Η πρώτη μεταμοντέρνα big band;
Πολύ μου αρέσουν αυτού του είδους οι τίτλοι. Συνήθως δείχνουν ότι ο γραφιάς δεν έχει και πολλά να πει, αλλά τα λέει… εντυπωσιακά. Σαν τους πολιτικούς.
Είναι όμως έτσι τα πράγματα με τον Nick Cave και τους Bad Seeds;
Ο όρος big band αναφέρεται σ’ εκείνα τα σύνολα που εμφανίστηκαν στη δεκαετία του ’20 και άνθισαν μεταξύ 1930 και 1950. Η βασική τους διαφορά από άλλα, μικρότερα κατά κανόνα, μουσικά σχήματα, είναι οι ενορχηστρώσεις. Αυστηρές και καταγραμμένες σε παρτιτούρες, επιτρέπουν αυτοσχεδιασμούς μόνον κατόπιν έγκρισης του μαέστρου.
Έχω χάσει τον λογαριασμό των συναυλιών του εν λόγω γκρουπ που έχω παρακολουθήσει, καθώς επίσης και τον αριθμό των μελών (και ποια ακριβώς ήταν αυτά, πλην του Mick Harvey) που συνόδευε κατά καιρούς τις τελετουργίες του σπουδαίου frontman.
Τα μικρά κλαμπ της δεκαετίας του ’80, που επιφύλασσαν πάμπολλες εκπλήξεις, διαδέχτηκαν οι μεσαίου μεγέθους συναυλιακοί χώροι των 90s και ο επαγγελματισμός που, όμως, δεν υστερούσε σε δύναμη και νεύρο. Μπαίνοντας στα 00s, οι εμφανίσεις μπορεί να αραίωσαν, αλλά η performance αποζημίωνε πάντα τους φίλους που ακολουθούσαν πιστά.
Έχω ξαναγράψει πως το φετινό άλμπουμ, με άφησε με την αίσθηση «μία από τα ίδια». Ωστόσο, οφείλω να παραδεχτώ, λειτουργεί εξαιρετικά πάνω στη σκηνή. Η περιοδεία αυτή φαίνεται πως είναι κομμένη και ραμμένη στον ήχο του Dig, Lazarus, Dig!, με τον Cave να παίζει τόση κιθάρα, όση δεν έχει παίξει τα τελευταία τριάντα χρόνια!
Στις συναυλίες που θα δείτε σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα τo Σαββατοκύριακο (αν μάλιστα κάποιοι από εσάς πάτε και στις δυο, θα το διαπιστώσετε και μόνοι σας πως δεν υπάρχει χώρος για αυτοσχεδιασμούς, ακόμη και το «just for you» που θα πει αφιερώνοντας, υποτίθεται, σε κάποιον ή κάποια από τους θεατές ένα τραγούδι που ζήτησε, είναι σκηνοθετημένο), εκείνο που θα σας ξαφνιάσει (και εμένα προσωπικά δεν ικανοποίησε), είναι οι καινούριες ενορχηστρώσεις των παλαιότερων, γνωστών κομματιών. Ίσως βέβαια να είναι και γενναίο εκ μέρους τους που δεν ακολουθούν τη δοκιμασμένη συνταγή, επαναλαμβανόμενοι.
Κι άλλωστε, με δυο ντράμερ επί σκηνής (Wydler και Sclavunos), με έναν ζωντανό μετρονόμο (Ellis), έναν μαέστρο (Harvey), τον Conway Savage στα πλήκτρα και τον Martyn P. Casey στο μπάσο, έχουμε να κάνουμε με την πρώτη μεταμοντέρνα big band.
Πολύ μου αρέσουν αυτού του είδους οι τίτλοι. Συνήθως δείχνουν ότι ο γραφιάς δεν έχει και πολλά να πει, αλλά τα λέει… εντυπωσιακά. Σαν τους πολιτικούς.
Είναι όμως έτσι τα πράγματα με τον Nick Cave και τους Bad Seeds;
Ο όρος big band αναφέρεται σ’ εκείνα τα σύνολα που εμφανίστηκαν στη δεκαετία του ’20 και άνθισαν μεταξύ 1930 και 1950. Η βασική τους διαφορά από άλλα, μικρότερα κατά κανόνα, μουσικά σχήματα, είναι οι ενορχηστρώσεις. Αυστηρές και καταγραμμένες σε παρτιτούρες, επιτρέπουν αυτοσχεδιασμούς μόνον κατόπιν έγκρισης του μαέστρου.
Έχω χάσει τον λογαριασμό των συναυλιών του εν λόγω γκρουπ που έχω παρακολουθήσει, καθώς επίσης και τον αριθμό των μελών (και ποια ακριβώς ήταν αυτά, πλην του Mick Harvey) που συνόδευε κατά καιρούς τις τελετουργίες του σπουδαίου frontman.
Τα μικρά κλαμπ της δεκαετίας του ’80, που επιφύλασσαν πάμπολλες εκπλήξεις, διαδέχτηκαν οι μεσαίου μεγέθους συναυλιακοί χώροι των 90s και ο επαγγελματισμός που, όμως, δεν υστερούσε σε δύναμη και νεύρο. Μπαίνοντας στα 00s, οι εμφανίσεις μπορεί να αραίωσαν, αλλά η performance αποζημίωνε πάντα τους φίλους που ακολουθούσαν πιστά.
Έχω ξαναγράψει πως το φετινό άλμπουμ, με άφησε με την αίσθηση «μία από τα ίδια». Ωστόσο, οφείλω να παραδεχτώ, λειτουργεί εξαιρετικά πάνω στη σκηνή. Η περιοδεία αυτή φαίνεται πως είναι κομμένη και ραμμένη στον ήχο του Dig, Lazarus, Dig!, με τον Cave να παίζει τόση κιθάρα, όση δεν έχει παίξει τα τελευταία τριάντα χρόνια!
Στις συναυλίες που θα δείτε σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα τo Σαββατοκύριακο (αν μάλιστα κάποιοι από εσάς πάτε και στις δυο, θα το διαπιστώσετε και μόνοι σας πως δεν υπάρχει χώρος για αυτοσχεδιασμούς, ακόμη και το «just for you» που θα πει αφιερώνοντας, υποτίθεται, σε κάποιον ή κάποια από τους θεατές ένα τραγούδι που ζήτησε, είναι σκηνοθετημένο), εκείνο που θα σας ξαφνιάσει (και εμένα προσωπικά δεν ικανοποίησε), είναι οι καινούριες ενορχηστρώσεις των παλαιότερων, γνωστών κομματιών. Ίσως βέβαια να είναι και γενναίο εκ μέρους τους που δεν ακολουθούν τη δοκιμασμένη συνταγή, επαναλαμβανόμενοι.
Κι άλλωστε, με δυο ντράμερ επί σκηνής (Wydler και Sclavunos), με έναν ζωντανό μετρονόμο (Ellis), έναν μαέστρο (Harvey), τον Conway Savage στα πλήκτρα και τον Martyn P. Casey στο μπάσο, έχουμε να κάνουμε με την πρώτη μεταμοντέρνα big band.
3 comments:
οκ θα ειμαι εκει!
συνθηματικο: IBANVOFIO!
Nick Cave, the weeping song και πολλές μπύρες... τέλεια...
Doc
exoun teliosi eisitiria apo oti akousa?
Post a Comment