Saturday, February 12, 2011

Οι εκθέσεις φωτογραφίας κυριαρχούν στα μουσεία και τις γκαλερί του Βερολίνου

Από τον Βασίλη Κοντόπουλο

Κάθε χρόνο τέτοια εποχή, καθώς οι δρόμοι του Βερολίνου είναι γεμάτοι από τα φύλλα των δέντρων, όταν περπατάει κανείς στην πόλη, έχει την αίσθηση πως μπήκε κατά λάθος σε φθινοπωρινή βιτρίνα πολυτελούς πολυκαταστήματος.

Ωστόσο, η ρομαντική διάθεση που υποβάλλει η γοητεία των καστανοκόκκινων χρωμάτων τους ενδέχεται να μετατραπεί:
α) σε εκνευρισμό, για όσους δεν αντέχουν να τα βλέπουν στο πάτωμα του σπιτιού τους, μεταφερμένα από τα παπούτσια τους,
β) σε αιτία ατυχημάτων, αφού όταν βρέχει γίνονται ιδιαίτερα γλιστερά και από εκεί που πατούσες και με τα δυο πόδια στον 21ο αιώνα, μπορεί να βρεθείς στον αέρα...

Η πολύχρωμη σε σέπια τόνους εικόνα χάνεται με την πτώση του πρώτου χιονιού, που έχει την ιδιότητα να απορροφά τους ήχους, ακόμη και της γκρίνιας. Αλλωστε, η καθημερινή ζωή στις πλακόστρωτες και μη γωνιές συνεχίζεται ανεξάρτητα, συχνά απελπισμένα μακριά από τις εναλλαγές του ρεπερτορίου της φύσης, τις οποίες ελάχιστοι έχουν τον χρόνο ή τη διάθεση να αφουγκρασθούν.
Κάθε χρόνο και νωρίτερα, έχω την εντύπωση, δημοτικά συμβούλια, επιχειρηματίες τοποθετούν λαμπιόνια και εορταστικό διάκοσμο στους δρόμους και στα καταστήματα, λες και συνωμότησαν σε μια επιχείρηση καταδίωξης της χειμωνιάτικης σκοτεινιάς.
Παρόλο που ακόμη και στις γιορτινές αγορές, με διάχυτες τις μυρωδιές της κανέλας και του γαρίφαλου από το ζεστό κρασί (Glohwein), τα φετινά μέτρα ασφαλείας, υπό την απειλή τρομοκρατικών επιθέσεων, χαρακτηρίζονται δρακόντεια, ο κόσμος, αθόρυβος, πηγαινοέρχεται, χάσκει, καταναλώνει... Το καλό με πόλεις όπως το Βερολίνο είναι πως από τις λίστες κατανάλωσης των ημερών είναι αδύνατον να απουσιάζει η τέχνη.

Οι R.Ε.Μ. έφυγαν από την πόλη και τα στούντιο Hansa παίρνοντας μαζί τους τις ηχογραφήσεις που θα κυκλοφορήσουν την ερχόμενη άνοιξη. Ο Michael Stipe δεν έκρυψε τον ενθουσιασμό του για την πόλη. Εχοντας ζήσει ένα μικρό διάστημα κοντά στη Φρανκφούρτη, όπου είχε υπηρετήσει ο στρατιωτικός πατέρας του, θυμήθηκε τα γερμανικά του και υιοθέτησε εύκολα τη νοοτροπία. Πήραν την απόφαση να δοκιμάσουν το ιστορικό στούντιο πριν από δύο χρόνια, όταν ύστερα από μια συναυλία τους στο Βερολίνο επισκέφτηκαν τον παραγωγό τους Jacknife Lee, που ηχογραφούσε εκεί με τους Snow Patrol: «Σημασία δεν έχει τόσο ο χώρος όσο η πόλη. Για το επόμενο άλμπουμ μας επισκεφτήκαμε τη Νέα Ορλεάνη, αλλά σίγουρα το Βερολίνο έπαιξε μεγαλύτερο ρόλο στους στίχους. Είναι το σημαντικότερο μέρος του κόσμου αυτή τη στιγμή. Αν ζεις σε μια ανιαρή πόλη που δεν σε εμπνέει, δίχως σπουδαίες συναυλίες ή εκθέσεις, όπου ακόμη και το φαγητό ίσως είναι άθλιο, είναι πολύ δύσκολο να είσαι δημιουργικός. Ενώ πόλεις όπως η Νέα Ορλεάνη ή το Βερολίνο, όπου συμβαίνουν τόσα πράγματα, σε βάζουν σ' ένα υψηλότερο επίπεδο ενέργειας. Θέλεις να δώσεις κι εσύ τον καλύτερο εαυτό σου».

Πράγματι, στον τομέα των συναυλιών και των εκθέσεων ισχύουν απολύτως τα όσα λέει ο Stipe, που του άρεσε να πηγαίνει με το ποδήλατο στην καφετερία «Bravo» του KW Institute for Contemporary Art, στην περιοχή Mitte, για να πιει τον καφέ του. Οι σημαντικές συναυλίες, που συχνά είναι περισσότερες από τρεις το ίδιο βράδυ, και η πληθώρα των εκθέσεων απαιτούν πολύ καλό προγραμματισμό για εκμετάλλευση του ελεύθερου χρόνου, προκειμένου να παρακολουθήσει κανείς όσο το δυνατόν περισσότερα από αυτά που του προσφέρονται. Στο τέλος της χρονιάς, μόνον οι εκθέσεις φωτογραφίας ανέρχονταν σε πάνω από 150, καλύπτοντας με τα θέματά τους σχεδόν έναν αιώνα.

Μόνιμοι κάτοικοι και πολλοί τουρίστες συρρέουν στο Martin-Gropius-Bau, προκειμένου να θαυμάσουν την «Τέχνη του Φωτός» του Lαszlο Moholy-Nagy (προφέρεται Λάσλο Μόχολι-Νοτζ). Ο γεννημένος στην Ουγγαρία καλλιτέχνης (1895-1946) φαίνεται πως ερμήνευσε κυριολεκτικά τη λέξη «φωτο-γραφία» και ασχολήθηκε με το φωτόγραμμα, δηλαδή τη φωτογράφηση δίχως φωτογραφική μηχανή. Στη μέθοδο που ακολούθησε, λιγότερο ή περισσότερο διαφανή αντικείμενα τοποθετούνται ανάμεσα σε ένα ευαίσθητο στο φως φιλμ ή χαρτί φωτογραφίας από τη μια πλευρά και μια πηγή φωτός από την άλλη. Ανάλογα με την απόσταση των αντικειμένων διαφοροποιούνται τα πλαίσια της σκιάς. Το ένα τρίτο από τα χίλια αυτά δημιουργήματα που πρωτοπαρουσιάστηκαν στο Martin-Gropius-Bau το 1929, επιστρέφουν ύστερα από 81 χρόνια, και στον ίδιο χώρο, όπου εκτίθενται επίσης 70 έργα του 90χρονου Γάλλου ζωγράφου Pierre Soulages, που αφιέρωσε τη ζωή του στο μαύρο χρώμα. «Ζωγραφίζω με τέτοιον τρόπο, ώστε αυτοί που στέκονται μπροστά στα έργα μου να μπορέσουν να βρουν τον εαυτό τους», είναι η φιλοσοφία του.
Αντιθέτως, έντονη πολυχρωμία κυριαρχεί στο έργο του γεννημένου το 1930 στη Στουτγκάρδη, Καναδού φωτογράφου Fred Herzog. Σήμερα θεωρείται πρωτοπόρος της έγχρωμης φωτογραφίας, αφού ήδη από τη δεκαετία του '50 είχε ξεκινήσει να χρησιμοποιεί αυτό το μέσο, με βασικό θέμα την καθημερινή ζωή «συνηθισμένων ανθρώπων», προερχομένων κυρίως από την εργατική τάξη. Η επιλογή του αυτή σε μια εποχή που κυριαρχούσε η ασπρόμαυρη καλλιτεχνική φωτογραφία, τον περιθωριοποίησε και του στέρησε τη δυνατότητα για περισσότερες εκθέσεις.

Η Nan Goldin ήρθε το 1982 για πρώτη φορά στο Βερολίνο και το ερωτεύτηκε πάραυτα. Τότε η πόλη φημιζόταν για τις άγριες νύχτες της και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που την αντιμετώπιζαν ως τη «φυσιολογική συνέχεια» του Μανχάταν. Μεταξύ όλων των άλλων αποτελούσε το καταφύγιο των νεαρών Γερμανών που ήθελαν να ξεφύγουν από τη Γερμανία, ακριβώς όπως η Νέα Υόρκη έπαιξε κάποτε αυτόν τον ρόλο για τους Αμερικανούς που ήθελαν να ξεφύγουν από τις ΗΠΑ. «Ηταν ένα τεράστιο, πειραματικό underground περιβάλλον, που σου έδινε την εντύπωση πως όλα ήταν εφικτά. Ηρθα για μια βδομάδα με μια φίλη μου από το Παρίσι, με την οποία καταλήξαμε να μένουμε σε μια gay σάουνα...», διηγείται η ίδια. Το 1991 ήρθε με υποτροφία της DAAD και έμεινε τέσσερα χρόνια... Εκτοτε, κάθε φορά που έρχεται, βρίσκει πως η ενιαία πρωτεύουσα της Γερμανίας έχει αλλάξει πλήρως. «Τώρα πια δεν αναγνωρίζω το Βερολίνο. Είναι περίεργο να μην αναγνωρίζεις την πόλη που θεωρείς πατρίδα σου», λέει. Πολλοί κριτικοί την κατηγόρησαν ότι η δουλειά της, στην οποία κυριαρχούν το σεξ, η βία, οι αρρώστιες και τα ναρκωτικά, ωραιοποιεί τη χρήση ηρωίνης, αλλά όταν αυτή η εικόνα υιοθετήθηκε από διάφορα περιοδικά, η καλλιτέχνιδα αποστασιοποιήθηκε σε μια συνέντευξή της, λέγοντας πως βρίσκει «αξιοκατάκριτη και ανήθικη» τη χρησιμοποίηση του heroin-chic (χλομό δέρμα, μαύροι κύκλοι κάτω από τα μάτια, προεξέχοντα κόκαλα), ένα image που ήταν ιδιαίτερα δημοφιλές στα μέσα της δεκαετίας του '90, προκειμένου να πουλήσει κανείς ρούχα και αρώματα.

Η επιρροή της Goldin, εκτός από την αισθητική στις φωτογραφίες μοδάτων περιοδικών, φαίνεται και σε άλλα μέσα. Στην ταινία «High Art» της Lisa Cholodenko, που πρόσφατα γνώρισε επιτυχία με την τελευταία της δουλειά «Τα παιδιά είναι εντάξει», ο χαρακτήρας τής Ally Sheedy λέγεται Λούσι Μπερλίνερ, είναι φωτογράφος και οι φωτογραφίες της είναι εμπνευσμένες από το έργο τής Ναν Γκόλντιν.
Ολες οι φωτογραφίες που εκτίθενται στην Berlinische Galerie μέχρι τα τέλη Μαρτίου 2011, είναι επιλεγμένες από την ίδια και απεικονίζουν πρόσωπα με τα οποία συνδέθηκε στις κατά καιρούς διαμονές της στο Βερολίνο.

http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=250462