Friday, January 30, 2009

Without

Without?

Μάλλον With Cigarettes θα έπρεπε να είναι ο τίτλος της πολυβραβευμένης στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης ταινίας του Αλέξανδρου Αβρανά.

Ένας καλός μου φίλος, που θεωρεί υποχρέωσή του να με ενημερώνει και τον ευχαριστώ γι' αυτό, μου το έστειλε κι εγώ κάθισα και το είδα.

Καπνός! Πολύς καπνός για το τίποτα, είναι η άποψή μου. Ελλείψει άλλων μέσων οι πρωταγωνιστές καπνίζουν περισσότερο από την Bette Davis και τον Humphrey Bogart μαζί.

Φυσικά, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς πως πρόκειται για μια κριτική ματιά του σκηνοθέτη στην ελληνική πραγματικότητα. Όμως οι διάλογοι είναι τόσο ψεύτικοι, που θυμίζουν ανάλογους σε βιβλία της ελληνικής γλώσσας για αλλοδαπούς.

Ογδόντα λεπτά με το "σας" και με το "σεις", κι εκείνα τόσο κακά ερμηνευμένα που αναρωτιέται κανείς τι διάολο μαθαίνουν οι Έλληνες ηθοποιοί στις δραματικές σχολές...

Άλλη μια άσκηση ύφους εις βάρος των γηγενών φορολογούμενων.

Thursday, January 29, 2009

Πέμπτη

Πέμπτη...

Δεν κατεβαίνεις πια να δεις αν ήρθε ο ταχυδρόμος, αν έφερε το TIME


Πέμπτη...

Ακόμη κι ο ταχυδρόμος έρχεται πια πολύ αργά


Πέμπτη...

"Η σιωπή είναι γεμάτη ήχους και είσαι μέσα στον καθένα"

Wednesday, January 28, 2009

Hayat Var


HAYAT VAR (MY ONLY SUNSHINE) λέγεται το φιλμ του Τούρκου σκηνοθέτη Reha Erdem, με άξονα τη νεαρή πρωταγωνίστρια Elit Iscan, ως ένα από τα τρία πρόσωπα μιας οικογένειας που αντιπροσωπεύουν τρεις διαφορετικές γενιές.

Ο παππούς είναι κατάκοιτος, έχει ανάγκη τη μάσκα οξυγόνου, αλλά παρά τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει, επιμένει να καπνίζει, ενώ παραπονιέται ασταμάτητα. Εκπρόσωπος της γενιάς που αφού γαλούχησε τους απογόνους της με πάμπολλα «κατηγορώ», εξακολουθεί να τους φορτώνει με περιττές ενοχές.

Ο γιος του είναι βαρκάρης στον Βόσπορο και ασχολείται με το ψάρεμα, ενώ παράλληλα αρπάζει κάθε ευκαιρία που του προσφέρεται για να κάνει λαθρεμπόριο ή να μεταφέρει πόρνες στα πλοία που έχουν αράξει εκεί, ξεγελώντας την αστυνομία ή εκμεταλλευόμενος την ανοχή της. Βιώνει κατεργάρικα ένα ολιγαρκές παρόν…

Έχει μια κόρη, τη Χαγιάτ, στις αρχές της εφηβείας. Η ζωή της είναι ιδιαίτερα μονότονη, όσο και το δρομολόγιο που ακολουθεί κάθε μέρα για να πάει στο σχολείο. Αδιαφορεί για τα μαθήματά της, μιλάει ελάχιστα… Όταν δεν περιποιείται τον παππού της, επισκέπτεται τη μητέρα της, η οποία στο μεταξύ έχει παντρευτεί έναν αστυνομικό και έχει αποκτήσει έναν γιο, που ακόμη είναι βρέφος. Όλη αγάπη της έχει διοχετευτεί σ’ αυτόν.

Η Χαγιάτ επικοινωνεί ελάχιστα με το περιβάλλον της. Μάλλον περιφρονεί τους δικούς της. Δεν υπακούει στις εντολές του παππού, από τον οποίο έχει κληρονομήσει το άσθμα, δεν ενημερώνει τον πατέρα της για τα παράπονα των δασκάλων. Ο διευθυντής του σχολείου, μια αρχή αμήχανη μα και ανίκανη, περιορίζεται σε ένα κούνημα του κεφαλιού που συνοδεύει με τη λακωνική επίπληξη «τς, τς τς…», όταν την πιάνουν να αντιγράφει σε διαγώνισμα. Η Χαγιάτ προτιμά να χάνεται στις εικόνες της τηλεόρασης. Από τη φτωχική παράγκα τους παρατηρεί απέναντι, πέρα από τη θάλασσα, τη γνωστή-άγνωστη μεγαλούπολη και ξεσπάει κλωτσώντας μια γαλοπούλα.

Η μεσήλικας γειτόνισσα, τραυματισμένη από έναν βιασμό όταν ήταν μικρή, αρέσκεται στο να την περιποιείται: της μαγειρεύει, κάποτε τη χαϊδεύει ή της πλένει τα πόδια. Μικρές ενδείξεις τρυφερότητας και λανθάνοντα λεσβιανισμού…
Οι συνομήλικοί της που επιχειρούν τα πρώτα αθώα φλερτ, δεν έχουν βρει τον κατάλληλο τρόπο να την πλησιάσουν. Λένε καψουροτράγουδα και προσφέρουν τσιγάρα. Ξεγελάνε την ανία τους με το ποδόσφαιρο. Βάφουν τα πρόσωπά κίτρινο και μπλε, τα χρώματα της Φενερμπαχτσέ, και πηγαίνουν στο γήπεδο να υποστηρίξουν την ομάδα τους…

Όταν μια πόρνη από αυτές που πηγαινοφέρνει ο πατέρας της στα πλοία θα της χαρίσει ένα κραγιόν, η Χαγιάτ θα βάψει τα χείλια της και θα κοιταχτεί προσωρινά αυτάρεσκα στον καθρέφτη. Έχει μεγαλώσει. Ένας νεαρός με κίτρινο/μπλε πρόσωπο, που έχει κερδίσει το ενδιαφέρον της, αφήνει την παρέα του και την πλησιάζει... Εκείνη είναι έτοιμη να φύγει μαζί του, με μια μηχανοκίνητη βάρκα στα νερά του Βοσπόρου, βάφοντας ολόκληρο το πρόσωπό της κόκκινο…

Η νέα γενιά έχει ξεφύγει από της συμβατικότητες των προηγούμενων, έχει τους δικούς τους κώδικες, ίσως ακόμη δεν ξέρει τι να τους κάνει, ίσως δεν την ενδιαφέρει καν να ψαχτεί.
Όπως και να ’χει, το μέλλον της ανήκει.

Με όμορφες, καθησυχαστικές και σε στιγμές ωραιοπαθείς εικόνες, ο Erdem ξεδιπλώνει μια καθημερινή ιστορία που διαβάζεται σε πολλά επίπεδα καταφέρνοντας να αγγίξει και να προβληματίσει παγκοσμίως, παρά την απόλυτα βαλκανική της ταυτότητα. Ίσως, μάλιστα, ακριβώς γι’ αυτό.

Σ' αυτή τη συμπαραγωγή Τουρκίας-Ελλάδας-Βουλγαρίας, ο αγγλικός τίτλος προέρχεται από το τραγούδι «You Are My Sunshine» των Jimmie Davis και Charles Mitchell που έχει γνωρίσει πάμπολλες εκτελέσεις. Στην ταινία ακούγεται από ένα παιδικό αρκουδάκι.

Θα προβληθεί στο Forum στα πλαίσια της 59ης Berlinale.

Friday, January 23, 2009

The Curious Case of Max Herrmann-Neisse


Αυτός ο πίνακας του Georg Grosz είχε καρφωθεί στο μυαλό μου στο πρώτο μέρος του τεράστιου ...Benjamin Button. Ο λόγος νομίζω πως είναι προφανής.

Friday, January 09, 2009

Συνέντευξη με τον Heiner Müller

Αν ζούσε σήμερα ο Heiner Müller θα γινόταν 80 χρονών. Παραθέτω μια συνέντευξη που του είχα πάρει το 1991.

Ο Heiner Müller θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους θεατρικούς συγγραφείς στην Ευρώπη, και αναμφίβολα ο κορυφαίος του γερμανόφωνου χώρου τα τελευταία χρόνια. Τα έργα του, αντίθετα προς τη συμβατικότητα οποιουδήποτε συστήματος, παίζονται ταυτόχρονα σε πόλεις της Γερμανίας, του Βελγίου, της Αυστρίας, της Ελβετίας, της Γαλλίας, της Ελλάδας...

Δυο βδομάδες μετά την πρεμιέρα της οκτάωρης συρραφής του σαιξπηρικού Άμλετ, μεταφρασμένου από τον ίδιο, με το δικό του έργο "Μηχανή-Άμλετ", που σκηνοθέτησε στο Deutsches Theater, τον συνάντησα στο διαμέρισμά του, στο δέκατο τέταρτο όροφο μιας πολυκατοικίας με θέα τον ζωολογικό κήπο όπου ένας ελέφαντας αυτοκτόνησε πρόσφατα.

Έκανε χώρο για να καθίσουμε ανάμεσα στα βιβλία, τα περιοδικά και τις εφημερίδες, παράγγειλε καφέ στη βοηθό του, άναψε ένα πούρο και σταμάτησε την κασέτα του Lou Reed που έπαιζε δυνατά.

Ξαναβρεθήκαμε στη δεξίωση μετά την πρεμιέρα του θιάσου "'Αττις" του Θόδωρου Τερζόπουλου, που ήρθε για έξι παραστάσεις στο Künstlerhaus Bethanien, με τα έργα "Πέρσες" και "Κουαρτέτο". Στο διάλειμμα που μεσολάβησε, ο Heiner Müller διάβασε το απόσπασμα "Προμηθέας" από το έργο του "Τσιμέντο".

Ακολουθεί η δική μου συρραφή των δύο αυτών συνομιλιών.

- Είχατε πει παλαιότερα πως δε θα γράφατε τα έργα σας αν δε ζούσατε στο Ανατολικό Βερολίνο. Τώρα που οι συνθήκες άλλαξαν πώς βλέπετε το μέλλον σας ως δραματουργός;

Heiner Müller: Είχα πει, μάλλον, πως θα έγραφα διαφορετικά. Οι εξελίξεις που μεσολάβησαν δε με επηρεάζουν άμεσα. Ο χρόνος της τέχνης είναι διαφορετικός από αυτόν της πολιτικής. Θα γράψω αυτά που θέλω δίχως να λαμβάνω υπόψη μου την κυβέρνηση ή την κατάσταση της χώρας. Είναι αλήθεια πως όταν πρωτοξεκίνησα κυριαρχούσε η άποψη - και όχι μόνο σε μένα - ότι υπήρχε ένας συναγωνισμός ανάμεσα στην τέχνη και την πολιτική. Αυτή η ψευδαίσθηση της Αριστεράς ξεπεράστηκε τώρα.

- Πόσο "πολιτικός" παραμένετε;

H.M.: Δεν υπάρχει πολιτική πλέον. Αντικαταστάθηκε από το χρήμα. Εκεί που τελειώνει η ιστορία της πολιτικής, αρχίζει αυτή του χρήματος. Ο Ναπολέων είχε πει μετά τη Γαλλική Επανάσταση ότι η πολιτική είναι το πεπρωμένο. Τώρα πιστεύω ότι η οικονομία είναι αυτό το πεπρωμένο. Είναι κακό αυτό για την τέχνη, αλλά όπως είπα αυτή βρίσκεται σε άλλο επίπεδο.

- Εσείς είχατε το προνόμιο να ταξιδεύετε όποτε και προς όποια κατεύθυνση θέλατε. Πώς αντιδράσατε όταν άνοιξαν τα σύνορα και όλοι οι συμπατριώτες σας απέκτησαν την ίδια ελευθερία στις μετακινήσεις τους;


H.M.: Η πρώτη μου επαφή με τη νέα πραγματικότητα έγινε αμέσως την επομένη της πτώσης του τείχους. Στις 10 Νοεμβρίου (1989), έφευγα για τη Νέα Υόρκη, και υπήρχε τόσος πολύς κόσμος στους δρόμους, που παρά λίγο θα έχανα το αεροπλάνο... Πιστεύω όμως ότι αυτή η επανάσταση, που είναι η μόνη αστική που έγινε ποτέ στη Γερμανία, άργησε να έρθει, ενώ αντίθετα τα σύνορα άνοιξαν πολύ γρήγορα... Η χώρα αυτή, η Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας, έζησε δυο διαφορετικές δικτατορίες απανωτά. Ο τελευταίος δημοκρατικός σταθμός της, ήταν η Δημοκρατία της Βαϊμάρης.

- Έχετε επισκευτεί την Ελλάδα αρκετές φορές. Ποιες είναι οι εντυπώσεις σας;

H.M.: Μου αρέσει η Κρήτη, έμεινα αρκετό καιρό εκεί. Η Θεσσαλονίκη μου έδωσε μια πιο ανατολίτικη εντύπωση σε σύγκριση με την Αθήνα. Θυμάμαι ότι στην παραλία της δυο ηλικιωμένοι άντρες συζητούσαν έντονα. Άκουσα ένα-δυο ονόματα και κατάλαβα πως μιλούσαν για τα πολιτικά. Αυτό, άσχετα αν είναι καλό ή κακό, δε συμβαίνει ποτέ στη Γερμανία.

- Για ποιους λόγους;

H.M.: Είναι περίεργο. Όπως προανέφερα, δεν υπήρξε ποτέ αστική επανάσταση. Οι Γερμανοί δεν έγιναν ποτέ Ευρωπαίοι. Η γεωγραφική θέση της χώρας είναι ακριβώς στο κέντρο της ηπείρου. Όλοι οι πόλεμοι διαδραματίστηκαν στο έδαφός της, όλη η ενέργεια διοχετεύτηκε στα όπλα. Ο Μαρξ είπε ότι οι Γερμανοί βιώνουν την ελευθερία τους τη μέρα της κηδείας τους...

- Συμφωνείτε μ´ αυτή τη ρήση;

H.M.: Απόλυτα!

- Μια Ελληνίδα ηθοποιός, η Όλια Λαζαρίδου, δήλωσε πως ο λόγος σας πρέπει να περάσει από το σώμα του ηθοποιού...

H.M.: Ναι, είναι σωστή παρατήρηση. Οι Γερμανοί παίζουν περισσότερο εγκεφαλικά. Μιλάνε με το στόμα ενώ θα έπρεπε να μιλάνε και με τα πόδια.

- Ποιες δυνατότητες έχει το θέατρο σήμερα;

H.M.: Σίγουρα δεν είναι για τις μάζες. Θα παραμείνει για αρκετό καιρό ακόμη ελιτιστικό. Το θέατρο είναι μια ελεγχόμενη τρέλα, είναι όμως ο μοναδικός χώρος όπου ηθοποιοί και θεατές είναι ταυτόχρονα παρόντες. Άλλη μια διαφορά του συγκριτικά με τον κινηματογράφο ή την τηλεόραση, είναι αυτή που εντόπισε ένας Αμερικανός σκηνοθέτης, λέγοντας ότι το σημαντικό στο θέατρο δεν είναι η παρουσία του ζώντος ηθοποιού αλλά του αποθνήσκοντος, αυτού δηλαδή που ενδέχεται να πεθάνει κατά τη διάρκεια μιας παράστασης. Στον κινηματογράφο και την τηλεόραση η συγκεκριμένη ταινία είναι ήδη ολοκληρωμένη, κάθε απρόοπτο αποκλείεται... Μια ταινία όμως δε χρειάζεται να είναι σπουδαία για να τη δει κανείς. Αρκεί ένα θρίλερ που σε κρατά σε αγωνία. Αντίθετα το θέατρο πρέπει να είναι καλό, διαφορετικά γίνεται βαρετό.

- Είχατε γράψει το "Κουαρτέτο", βασισμένο σε μοτίβα του Λακλός, ήδη το ´80. Αργότερα γυρίστηκαν δύο ταινίες με αυτό το θέμα ("Επικίνδυνες Σχέσεις", "Βαλμόν"). Σήμερα το είδαμε πάλι στη σκηνή. Πώς εξηγείτε την επικαιρότητα του έργου;

H.M.: Βρισκόμαστε σε μια εποχή χωρίς αξίες. Σε ανάλογες περιόδους αξίες ανακηρύσσονται ο ερωτισμός και οι σεξουαλικότητα... Το ίδιο και οι ίντριγκες!

- Εσείς σκηνοθετείτε κατά καιρούς τα έργα σας. Τελευταία μάλιστα και τους Mauser. (Σημ. σκηνικά Γιάννη Κουνέλλη).

H.M.: Δεν είμαι όμως σκηνοθέτης! Είμαι συγγραφέας και ασχολήθηκα ερασιτεχνικά με τη σκηνοθεσία, επειδή μ´ ενδιέφερε, αλλά δεν είναι κάτι που θα συνέχιζα επαγγελματικά. Εξάλλου αυτή η κατανομή των ρόλων είναι τόσο τεχνητή! Στις λαμπρές μέρες του θεάτρου δεν υπήρχε σκηνοθέτης. Είναι σύμπτωμα παρακμής αυτό το επάγγελμα.

- 'Εστω. Πώς "στήσατε" τους ηθοποιούς, τι οδηγίες τούς δώσατε;

H.M.: Να μην παίζουν "ιδιωτικά" και στυλιζαρισμένα. Λιγότερο λυρικά. Αυτή η τεχνική αποσκοπεί στο να μετατρέψει τις "φιγούρες" σε λειτουργικές μορφές του δράματος, ισάξιές του. Το ιδανικό θα ήταν να μην υπήρχαν διαφορές ανάμεσα στους πρωταγωνιστικούς και τους δευτερεύοντες ρόλους...

- Πόσο υπεύθυνος είστε για το οπτικό μέρος των έργων σας που σκηνοθετούν άλλοι; Υπάρχουν κάποιες υποδείξεις στα κείμενα;

H.M.: Όχι, καμιά! Αν υπάρχουν κάποια πράγματα, είναι περισσότερο προκλήσεις παρά υποδείξεις ή οδηγίες. Συνήθως όταν υπάρχουν και ο σκηνοθέτης τις ακολουθεί κατά γράμμα, το αποτέλεσμα είναι φρικτό, μια απλή εικονογράφηση.

- Έχετε συνεργαστεί με τον Robert Wilson. . .

H.M.: Ναι, είναι πολύ καλός σκηνοθέτης. Μου αρέσει ο τρόπος που διαχωρίζει τα στοιχεία. Ο φωτισμός, ο ήχος, παίζουν σπουδαίο ρόλο. Το κείμενο είναι εξίσου σημαντικό με την εικόνα. Οι δουλειές του δεν έχουν καμιά σχέση με την ευρωπαϊκή παράδοση. Είναι θέατρο παρουσίασης και όχι ερμηνείας. Έχουμε χορτάσει από "ερμηνευτικές σκηνοθεσίες". Κατά τη γνώμη μου ο θεατής θα πρέπει να δίνει τη δική του. Η ερμηνεία είναι καθαρά υπόθεση του θεατή!

- Ο ήχος! Πώς διαλέξατε τους Einstürzende Neubauten να γράψουν μουσική για τον Άμλετ;

H.M.: Μου αρέσουν πολύ! Ο Blixa (Bargeld) είναι καταπληκτικός! Έχουμε συνεργαστεί κι άλλες φορές. Η μουσική του είναι ένα ηχητικό κολάζ. Ο Nick Cave είναι επίσης σπουδαίος. Ακούω πολλή μουσική. Lou Reed, Mozart, απ´ όλους παίρνω κάτι...

- Έχετε αγαπημένους συγγραφείς ή κείμενα;

H.M.: Αλλάζουν κάθε χρόνο! Αναμφισβήτητα όμως οι αρχαίες τραγωδίες μ´ επηρέασαν σημαντικά.

- Όταν είχαμε πρωτοσυναντηθεί, είχατε περιγράψει έναν κοινό γνωστό μας σαν "τραγική μορφή". Εγώ είχα πει "δυστυχισμένος", εσείς επιμένατε "τραγικός".

H.M.: Ποιος ήταν; (του λέω). Α, ναι! Τραγωδία είναι η βιογραφία ανάμεσα σε δύο αναγκαιότητες. Όταν κάποιος πιστεύει πως δυο πράγματα που είναι εντελώς αντίθετα μεταξύ τους είναι εξίσου απαραίτητα, τότε νομίζω πως είναι τραγικός!

- Θα χαρακτηρίζατε τον εαυτό σας ιδιαίτερα κοινωνικό;

H.M.: Μμμ, μάλλον όχι. Δε νομίζω.

- Δεν μου έχετε δώσει όμως την εντύπωση ερημίτη.

H.M.: Σίγουρα όχι! Μακάρι να ήμουν! Το τηλέφωνο όμως χτυπάει συνέχεια. Υπάρχουν πολλοί νέοι άνθρωποι που κάτι θέλουν ή που απλά τους θεωρώ ενδιαφέροντες.

- Παίζουν σημαντικό ρόλο οι άνθρωποι στη ζωή σας;

H.M.: Ναι, σίγουρα... Οι γυναίκες ιδιαίτερα.

- Ακολουθείτε κάποια συγκεκριμένη τακτική όταν γράφετε;

H.M.: Η σημαντική δουλειά γίνεται στην προεργασία, μέχρι να ωριμάσει το κείμενο μέσα μου. Το ουσιαστικό είναι να ξέρω πότε πρέπει ν´ αρχίσω. Δεν είμαι όμως πειθαρχικός. Δεν γράφω σε τακτές ώρες σαv δημόσιος υπάλληλος. Το ωράριο είναι ίσως σημαντικό για κάποιον που γράφει μυθιστορήματα, τα θεατρικά όμως πρέπει να τα βιώνει κανείς κινούμενος. Γράφοντας παίζεις τους ρόλους.

Για τον Heiner Müller θα μπορούσε κανείς να γράψει ένα χοντρό βιβλίο, ή προς το παρόν, να διαβάσει όλα τα δικά του, είτε είναι αυτά θεατρικά έργα, είτε συγκεντρωμένες συνεντεύξεις, για να τον κατανοήσει βαθύτερα. Πριν από τρία χρόνια, στα πλαίσια των εκδηλώσεων "Βερολίνο-Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης", ένα μίνι φεστιβάλ με θεατρικές ομάδες από τις Βρυξέλες (δύο), το Παρίσι, τη Βιέννη, το Έσσεν και το Βερολίνο, αφιερώθηκε εξολοκλήρου στα έργα του. Το ίδιο έγινε πέρσι στα Experimenta - θεσμός που καθιερώθηκε από τον Erwin Piscator - στη Φρανκφούρτη.

Γεννημένος το 1929 στο Eppendorf της Σαξονίας, ο Müller είναι ένας ρομαντικός, που ωστόσο πατάει σταθερά στο έδαφος. Τα λυρικά κείμενά του αφήνουν πολλά περιθώρια για τη δημιουργία θεατρικών εικόνων. Συχνά είναι σουρεαλιστικά ξεσπάσματα που περιφέρονται κεντρομόλα γύρω από τον πυρήνα της πραγματικότητας. Οι επιγραμματικές του φράσεις όπως "Η ιστορία του σοσιαλισμού είναι η τραγωδία του αιώνα" ή "Η Ανατολική Γερμανία δεν υπήρξε ποτέ - ήταν ένα τμήμα της ΕΣΣΔ", κι ακόμη "Το νέο τείχος που αντικατέστησε το παλιό ονομάζεται χρήμα, χρήμα, χρήμα", απασχολούν συχνά τον Τύπο και τα υπόλοιπα Μέσα Ενημέρωσης από τα οποία θεωρείται "καλλιτέχνης των συνεντεύξεων".

Ανάμεσα σε ντελίρια αφορισμών ο Heiner Müller χορεύει σαν Δερβίσης στις αρένες της πολιτικής και της ιστορικής διαλεκτικής και αφήνει με σοφία απόψεις να αιωρούνται σαν ερωτηματικά. Ένα απόσπασμα από τη "Μηχανή-Άμλετ":

"Υπάρχει κάτι το σάπιο σ´ αυτή την εποχή της ελπίδας. Θα προτιμούσα το δικό μου δράμα να λάμβανε χώρα την ώρα της εξέγερσης. Η εξέγερση θα ξεκινούσε μ´ έναν περίπατο ενάντια στους κυκλοφοριακούς νόμους, την ώρα της αιχμής. Κι αν υπήρχε συνέχεια, ο χώρος του θα ήταν ανάμεσα σε δύο μέτωπα..."


Wednesday, January 07, 2009

Tiergarten


Το θερμόμετρο έδειχνε -15 C την ώρα που πήγαινα στη δημοσιογραφική προβολή του Pride and Glory. Στο Sony Center ετοιμάζονταν πυρετωδώς για τη βραδινή πρεμιέρα του Seven Pounds με τον Will Smith (αργότερα, τα ΜΜΕ θα σχολίαζαν πως εμφανίστηκε χωρίς παλτό!).

Εξαιρετική ηλιοφάνεια, μα κρύοοοο. Σε σημεία τα πεζοδρόμια είναι πολύ επικίνδυνα. Μετά την ταινία (που μέχρι και λίγο πριν από το τέλος με είχε συνεπάρει) και πριν πάω στη δουλειά μου, πετάχτηκα στη Neue Nationalgalerie για να θαυμάσω την έκθεση του Paul Klee (αν βρεθείτε στο Βερολίνο μέχρι τις 8 Φεβρουαρίου, μην τη χάσετε!) και του Jeff Koons. Μου άρεσε τόσο, που σκοπεύω να ξαναπάω.

Επέστρεψα αργά, ίσα ίσα για να ξανακούσω το πολύ καλό καινούριο άλμπουμ των Antony & The Johnsons, The Crying Light.