Saturday, February 10, 2007

57η Berlinale - #2

Ο απόηχος της χθεσινής πρεμιέρας δίχασε τους κριτικούς. Βγάζω το συμπέρασμα - ακούγοντας τα σχόλια και διαβάζοντας κάποιες «κριτικές» - πως όσο πιο άσχετος είσαι τόσο πιο πολύ σου αρέσει το La Vie en rose.

Πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί ότι πέρασαν απαρατήρητα τα εξής:

Το γεγονός ότι η Marion Cotillard είναι σχεδόν δίμετρη για τα δεδομένα της μικροκαμωμένης Εντίτ Πιαφ που ενσαρκώνει.

Το ότι εξυψώθηκε τόσο η ερμηνεία της ενώ στοιχειώδεις γνώσεις φωνητικής «κραυγάζουν» πως συχνά στα γκρο πλαν, την ώρα που ακούγεται το χαρακτηριστικό βιμπράτο της Πιαφ, η γλώσσα της Κοτιγιάρ είναι σε λάθος σημείο, αδύνατο να αναπαράγει αυτό που ακούγεται.

Ότι συνθέτες και προσωπικότητες που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην καριέρα αλλά και στη ζωή της (Σαρλ Αζναβούρ, Ζορζ Μουστακί, Ντιουκ Έλινγκτον, Μορίς Σεβαλιέ, Ζαν Κοκτό, Τεό Σαγκαπό…) κάνουν ένα φευγαλέο, σχεδόν ανεκδοτολογικό πέρασμα κι ας διαρκεί το φιλμ 140 ολόκληρα λεπτά! Το ότι η δραματουργία αιχμαλωτίζεται σε μικρά επεισόδια (δυο προτάσεις για τραγούδια με τους άγνωστους συνθέτες τους να έρχονται κρατώντας τις νότες υπό μάλης και να τα παρουσιάζουν παίζοντας πιάνο, τη συνάντηση με τη Ντίτριχ, τον αγώνα μποξ του Σερντάν…) δεν δικαιολογεί βέβαια την πλήρη αποσιώπηση του γεγονότος ότι η Πιαφ έμεινε στο Παρίσι καθ’ όλη τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής δίνοντας συναυλίες για αιχμαλώτους πολέμου και βοήθησε αρκετούς από αυτούς να δραπετεύσουν φροντίζοντας να τους χορηγηθούν πλαστές άδειες εργασίας.

Ίσως δεν είναι τυχαίο πως αυτοί που συγκινήθηκαν συνέκριναν το προσωπικό δράμα της τραγουδίστριας με τα δράματα των ροκ σταρ της δεκαετίας του ’60 και του ’70 (μιας μεταγενέστερης εποχής δηλαδή) αντί για την προφανέστερη και παραπλήσια περίπτωση της Billie Holiday. Το ότι χρησιμοποιούν τα λίγα που ξέρουν (σχετικά, άσχετα και πάντα αυθαίρετα) δεν δικαιώνει τη σύγκριση.


O ANO EM QUE MEUS PAIS SAIRAM DE FERIAS

Ο τίτλος μεταφράζεται ως «Τη Χρονιά Που Οι Γονείς Μου Έκαναν Διακοπές» και αυτή είναι η δικαιολογία που δίνουν στον μικρό Μάουρο ο εβραίος πατέρας και η καθολική μητέρα του, καθώς τον αφήνουν με τον παππού του να παρακολουθήσει τους αγώνες γα το Παγκόσμιο Κύπελλο ποδοσφαίρου στο Μεξικό, το 1970, που θα κερδίσει η Βραζιλία. Όμως ο παππούς θα πεθάνει και ο μικρός θα βρεθεί «υιοθετημένος» από την εβραϊκή κοινότητα μιας περιοχής του Σάο Πάολο. Οι φιλίες που αναπτύσσονται παράλληλα με την αναμετάδοση των αγώνων από την τηλεόραση, τον βοηθούν να ξεχάσει την αβεβαιότητα της καθημερινότητας που βιώνει καθώς η δικτατορία της χώρας εδραιώνεται.

Το πολύ καλό φιλμ του Cao Hamburger ρούμπωσε ακόμη και τους πρώην (;) σταλινιστές, αντισημίτες Έλληνες που κατάπιαν τη γλώσσα τους.


THE GOOD GERMAN

Περίμενα μια πολύ μέτρια έως κακή ταινία όταν μπήκα στο Good German, αλλά ευτυχώς δεν δικαιώθηκα. Η εισαγωγή με προϊδέασε για ένα καλό, πολεμικό θρίλερ, η ατμόσφαιρα ιδανική (η πιο απτή Ιστορία διδάσκεται στον τόπο που διαδραματίστηκε) αφού το φεστιβάλ διεξάγεται ακριβώς στην Potsdamer Platz που βλέπουμε βομβαρδισμένη στην αρχή της ταινίας, ενώ στην άλλη άκρη της πόλης εξακολουθεί να βρίσκεται το ξενοδοχείο Sizilienhof, όπου ο Στάλιν, ο Τρούμαν και ο Τσέρτσιλ υπέγραψαν τη συνθήκη του τέλους του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, χωρίζοντας ουσιαστικά την υφήλιο.

Επανέρχομαι στο φιλμ. Μπορεί η εξέλιξη να μην πλάθει την πιο συναρπαστική ιστορία που έχετε δει ποτέ στο σινεμά (απέχει πολύ, πάρα πολύ για κάτι τέτοιο), αλλά στη διάρκεια των 108’ βλέπεις ηθοποιούς (George Clooney, Cate Blanchett, Tobey Maguire, Beau Bridges…) να κάνουν καλά τη δουλειά τους, ενδιαφέρουσα (χωρίς να καινοτομεί) φωτογραφία, σκηνικά που αναπλάθουν πιστά το Βερολίνο του 1945, ακούς σπουδαία μουσική (Thomas Newman) στο ύφος της ατμόσφαιρας των φιλμ του ’40 που θέλησε να αναβιώσει ο Steven Soderbergh, με λίγα λόγια χολιγουντιανό επαγγελματισμό.

Όσοι παθαίνουν αλλεργία στο άκουσμα της λέξης Hollywood (στην Ελλάδα πολλοί θεωρούν κακό και τον επαγγελματισμό), δεν χρειάζεται να πλησιάσουν καν κοντά σε κινηματογράφο που προβάλλει το Good German. Όσοι, όμως, πηγαίνουν στο σινεμά για να ψυχαγωγηθούν δίχως να προσβάλλεται η νοημοσύνη τους, ας σπεύσουν.

No comments: