
Όταν ξεκίνησα ν’ ακούω μουσική συνειδητά, οι Beatles είχαν ήδη διαλύσει από πενταετίας και βάλε. Ο John Lennon έκανε διάλειμμα για να μεγαλώσει τον γιο του Sean, o George Harrison ίδρυε τη δική του εταιρεία μα δεν έμπαινε καν στο Top-10, ενώ o Ringo Starr καλλιεργούσε την εικόνα του κωμικού bon vivant…
O Paul McCartney παρέμενε στην κορυφή της επικαιρότητας, γεμίζοντας τον κόσμο με «Silly Love Songs» (so what’s wrong with that?). Αγόρασα το άλμπουμ Wings At The Speed Of Sound, που δεν μ’ ενθουσίασε στο σύνολό του, αν και εκτός από τα singles άκουγα με ιδιαίτερη ευχαρίστηση τα «Beware My Love», «San Ferry Anne» και «Wino Junko». Όταν, ύστερα από πρόταση ενός μεγαλύτερου φίλου, απέκτησα το αριστουργηματικό Band On The Run, βάλθηκα να συμπληρώσω τη δισκογραφία του.
Μόλις πληροφορήθηκα πως κυκλοφόρησε το London Town, συγκέντρωσα τα απαραίτητα χρήματα και το παρήγγειλα στην Αγγλία, σε ένα κατάστημα που είχα βρει από αγγελία στην εφημερίδα Melody Maker, αφού εκείνη την - όχι και τόσο μακρινή - εποχή, οι δίσκοι έβγαιναν με αρκετή καθυστέρηση στην Ελλάδα. Οι σεισμοί της Θεσσαλονίκης επέσπευσαν της καλοκαιρινές διακοπές, κι όταν ο ταχυδρόμος έφερε το πολυπόθητο άλμπουμ ήμουν στη Χαλκιδική και δεν έβλεπα την ώρα να επιστρέψω στην πόλη για να τ’ ακούσω…
Η υπέροχη αίσθηση που προήρθε από τη μυρωδιά του φακέλου, το γυαλιστερό εσώφυλλο με τα σκιτσάκια και τους στίχους και το γιγαντιαίο πόστερ, κορυφώθηκε με την πρώτη κιόλας ακρόαση. Μέχρι ν’ ανοίξουν τα σχολεία έμαθα όλα τα τραγούδια απ’ έξω, ενώ την πρωτοχρονιά ένας συμμαθητής μου έκανε δώρο και το Greatest Hits με το ανυπέρβλητο «Mull Of Kintyre».
Πω, πω, τι απογοήτευση ήταν εκείνο το Back To The Egg! Τι καζούρα μου έκαναν οι «πανκ» φίλοι μου, που ούτως ή άλλως κορόιδευαν την «ανεξήγητη» αγάπη μου για τον Stevie Wonder και τους Thin Lizzy… Τουλάχιστον είχα προλάβει να εξασφαλίσω μία από τις λιγοστές κόπιες του «Goodnight Tonight», που παιζόταν και στις ντισκοτέκ!
Είναι αλήθεια πως ούτε η διάλυση των Wings έφερε σπουδαία αποτελέσματα. Το σόλο McCartney II που την ακολούθησε, αν και τον επανέφερε στο #1 των άλμπουμ του βρετανικού chart ύστερα από πέντε χρόνια και το Venus And Mars, δεν πρόσθεσε τίποτε στην καλλιτεχνική του προσφορά… Οι «φίλοι» των Beatles έδειχναν να σπεύδουν προς την αποκαθήλωσή του…
Προσωπικά έβρισκα πάντα κουτό και ανούσιο τον αγώνα μερίδας «μουσικόφιλων» με σκοπό να εξυψώσουν τον Lennon και να μειώσουν τον McCartney, που όσο κι αν από ένα σημείο κι έπειτα έπαψαν να συνεργάζονται, αποτελούν μία από τις κορυφαίες συνθετικές δυάδες στην ιστορία της μουσικής γενικά και μάλλον τη σημαντικότερη τα τελευταία σαράντα χρόνια.
Ενώ ο John αγιοποιήθηκε (και λόγω της δολοφονίας του) με αποτέλεσμα να υπερτονιστεί η κοινωνικοπολιτική πτυχή του έργου του, η αντίστοιχη του McCartney σχεδόν αποσιωπήθηκε ή και χλευάστηκε. Η αμεσότητα του «Give Ireland Back To The Irish» λογοκρίθηκε και, όπως και το πιο… αθώο «Hi Hi Hi», απαγορεύτηκε από το ραδιόφωνο του BBC. Η σύλληψη και φυλάκισή του λόγω κατοχής κάνναβης στην Ιαπωνία αλλά και ο αγώνας του για νομιμοποίηση της χρήσης της, ενώ άλλους θα τους καθιστούσαν ήρωες στα μάτια κάποιων θαυμαστών, έχουν σχεδόν ξεχαστεί.
Ο Paul παραμένει ο πιο παρεξηγημένος Beatle. Σήμερα γίνεται 64 χρονών και, ειρωνικά, τα γενέθλιά του τον βρίσκουν αντιμέτωπο με το διαζύγιο. Είμαι βέβαιος πως θα χαμογελάει αυτοσαρκαζόμενος, σιγοτραγουδώντας τον στίχο «Will you still need me, will you still feed me when I’m 64?»
Happy Birthday, Paul!