Sunday, April 23, 2006

Βόρεια Ιταλία

Βενετία - Ούμπρια - Τοσκάνη - Λομβαρδία - Εμιλία-Ρομάνα

Για ορισμένα πράγματα μπορεί κανείς να είναι ακόμη σίγουρος: ότι στο Salzburg θα δει Αμερικανούς τουρίστες και ότι θα βρέχει! Φτάνω απόγευμα, κατά τις 17:30, ύστερα από μια στάση για φαγητό έξω από το Μόναχο και έχοντας φύγει στις 9:30 από το Βερολίνο, αφήνοντας πίσω μου το χάος που προήλθε από τα αποτελέσματα των εκλογών. Άλλοι μιλάνε για συνδυασμό Τζαμάικα (μαύρο – κίτρινο – πράσινο), όπου μαύρο η CDU, κίτρινο η FDP και πράσινο οι… Πράσινοι, και άλλοι για φανάρι τροχαίας (κόκκινο – κίτρινο – πράσινο) με κόκκινο την SPD. Τελικά θα γίνει "μεγάλος συνασπισμός" μεταξύ CDU και SPD.
To Salzburg μοιάζει κι αυτό, όπως πολλά μέρη της Αυστρίας για να μην πω ολόκληρη η χώρα, με τη Disneyland! Οι προσόψεις των κτηρίων και το περίβλημα των παραθύρων θυμίζουν ζαχαρωτά. Πανταχού παρόν το πνεύμα του Mozart. Μπρελόκ, πόστερ, σοκολατάκια, τούρτες… Το σπίτι του βρίσκεται στην Getreide Gasse λίγο παρακάτω από έναν άλλο στο μεταξύ θεσμό της πόλης, το ξενοδοχείο – εστιατόριο Golden Hirsch. Διαβάζω πως ένας ρεψιονίστας του δεν είχε αναγνωρίσει τον Leonard Bernstein και με ύφος σαράντα καρδιναλίων (ξέρετε πώς μερικοί μπορεί να την ψωνίσουν αν τύχει να δίνουν τα κλειδιά σε κάποιον διάσημο) του είπε πως δεν είχαν δωμάτιο επειδή διηύθυνε μια σημαντική παράσταση ο Herbert von Karajan που έμενε εκεί. Ο μοναδικός Lenny, ατάραχος, του απηύθυνε την ερώτηση: "Μπα, μαέστρος είναι ο κύριος;"
Στη σύντομη βόλτα μου δεν παραλείπω να σταματήσω για έναν από τους πάμπολλων ειδών καφέδες που σερβίρουν στο Tomicelli. Μου φαίνεται περίεργο πως στο ξενοδοχείο (και θα το συναντήσω και στο υπόλοιπο ταξίδι) με εξυπηρετούν Απωανατολίτισσες ή Ινδοί που μιλάνε άψογα γερμανικά με αυστριακή προφορά ή ιταλικά. Ίσως χρειάζομαι λίγο περισσότερο χρόνο για να το συνηθίσω.
Η Αυστρία είναι γεμάτη τούνελ, τόσα πολλά που μπορείς να πεις ότι τη διασχίζεις σχεδόν υπογείως. Ενδιάμεσα βλέπεις πανέμορφα χωριουδάκια χτισμένα στις βουνοπλαγιές, που σήμερα τυχαίνει να είναι ηλιόλουστες. Κατευθύνομαι νότια, στα σύνορα Σλοβενίας – Ιταλίας, μα όλα μοιάζουν σαν να πηγαίνω προς την Ελβετία. Το μόνο που λείπει είναι ν' ακούσω κάποιο yodelling - "γιοντελέιιιιι χου...". Γραφικά απομένουν τα φυλάκια και δεν νοσταλγώ καθόλου την εποχή της αναμονής και του ελέγχου διαβατηρίων. Όσοι δεν έχουν ζήσει στο Δυτικό Βερολίνο πριν την πτώση του τείχους δεν ξέρουν τι θα πει να περιμένεις μέχρι και τρεις ώρες στα γερμανο-γερμανικά σύνορα πηγαίνοντας στην επόμενη μεγαλούπολη…
Πόσο πιο άνετα είναι να ταξιδεύεις σήμερα στην Ευρώπη διασχίζοντας μικρά σε έκταση κράτη όπως η Αυστρία δίχως να χρειάζεται να περιμένεις στα σύνορα για ελέγχους, να κάνεις συνάλλαγμα, να μετατρέπεις τις τιμές από το νόμισμα της εκάστοτε χώρας στο δικό σου…
Με το που μπαίνεις στην Ιταλία βλέπεις πως η τιμή του πετρελαίου (και της βενζίνης) είναι στα γερμανικά επίπεδα (1,16 € το λίτρο ντίζελ), αρκετά ακριβότερη από την Αυστρία (1,03 € το λίτρο). Το πρώτο βράδυ στη Βενετία τυχαίνει να τρώω δίπλα σε ένα ζεύγος Άγγλων από το Μάντσεστερ. Στη συζήτηση που πιάσαμε μου φάνηκαν κοσμογυρισμένοι και ανοιχτόμυαλοι (άλλωστε όλοι όσοι συμφωνούν μαζί μας χαρακτηρίζονται αυτόματα "ανοιχτόμυαλοι" - έτσι δεν είναι;) ώσπου η σύζυγος (λάτρης των Roxy Music και του Bryan Ferry) μου εκμυστηρεύτηκε: "Κρίμα που δεν αλλάζεις πλέον χρήματα σε κάθε χώρα… Μου άρεσαν τα μάρκα στη Γερμανία, οι λιρέτες στην Ιταλία…" Της λέω πως εγώ είμαι περιχαρής, ειδικά όταν θυμάμαι την τελευταία φορά, πριν από πέντε χρόνια, που βρέθηκα στη Βενετία για λίγες ώρες περιμένοντας το ferry (όχι τον Bryan) για την Ελλάδα και δεν μπορούσα να πιω έναν καφέ ή να κάνω μια βόλτα με το vaporetto επειδή δεν είχα λιρέτες ή να τσιμπήσω κάτι καθ’ οδόν στην Αυστρία… Δεν είμαι πλέον και τόσο σίγουρος για το τι εννοούμε επαναλαμβάνοντας κλισέ του τύπου "χάνονται οι παραδόσεις". Ίσως είναι καλό θέμα (ακόμη;) για έκθεση ιδεών στο Γυμνάσιο, στην πράξη όμως δεν νομίζω να έχασε πολλά η Ελλάδα όταν το κιλό αντικατέστησε την οκά, ούτε θα θρηνήσουν πολλοί αν ποτέ η Νιγηρία απαλλαγεί από το έθιμο του λιθοβολισμού των μοιχαλίδων.
Έχω βρει δωμάτιο σ’ ένα ξενοδοχείο στη Mestre όπως συνιστά ο ταξιδιωτικός οδηγός του ADAC. Το πάρκινγκ στη Βενετία είναι πανάκριβο και το αυτοκίνητο ούτως ή άλλως άχρηστο. Δύο γραμμές λεωφορείων (το εισιτήριο κοστίζει 1 €) περνάνε ανά 7 λεπτά μπροστά από το ξενοδοχείο και σε ένα τέταρτο βρίσκεσαι στη Βενετία. Από εκεί μπορείς να μετακινηθείς με τα καραβάκια (5 € το εισιτήριο που έχεις δικαίωμα να χρησιμοποιείς για 90 λεπτά), τις γόνδολες ή με τα πόδια. Στο ξενοδοχείο μου προτείνουν να αγοράσω ένα εισιτήριο των 22 € που διαρκεί 72 ώρες (τρεις μέρες δηλαδή, ακριβώς όσες σκοπεύω να μείνω) με το οποίο μπορεί κανείς να ανεβοκατεβαίνει στα λεωφορεία και τα καραβάκια κατά βούληση! Στην Ιταλία, πριν ακόμη πάρεις τα κλειδιά για το δωμάτιό σου, πρέπει να έχεις εξασφαλίσει πάρκινγκ!
Στη "θρυλική πλατεία του Αγίου Μάρκου", που λέει ο Καρυωτάκης, βγαίνει ψύχρα καθώς πέφτει ο ήλιος και χαίρομαι που επιβάλλεται να φοράω το σακάκι μου που έχει μετατραπεί σε… περίπτερο. Φωτογραφική μηχανή, χάρτης, τουριστικός οδηγός, γυαλιά, χρήματα, σημειωματάριο…
Παίρνω μια γενική εικόνα αφήνοντας τα σοκάκια να με παρασύρουν μέχρι να κουραστώ κι ύστερα ανεβαίνω στο vaporetto για το Lido. Όταν πεινάω βρίσκομαι ήδη κοντά στη γέφυρα του Rialto.
Η πρώτη ηχητική εντύπωση από τη Βενετία είναι τα αμερικάνικα που ακούγονται περισσότερο απ’ ό,τι στη Νέα Υόρκη! Θυμάμαι πως ο Στραβίνσκι, που είναι θαμμένος εδώ, είχε πει πόσο πολύ του άρεσε η πόλη τον Σεπτέμβριο (τον Απρίλιο ήθελε κι αυτός να βρίσκεται στο Παρίσι και Χριστούγεννα / Πρωτοχρονιά στη Νέα Υόρκη). Σκέφτομαι πόσο πρέπει να έχει αλλάξει αυτή η απαράμιλλη πόλη τώρα που οποιοσδήποτε μπορεί να την επισκεφτεί και φαντάζομαι πως το καλοκαίρι, με ακόμη πιο πολλούς τουρίστες, τα πράγματα θα είναι χειρότερα. Πώς να ήταν άραγε δίχως τον μαζικό τουρισμό, τότε που ο Hemingway έπινε στο Harry’s Bar…
Βρίσκω τρόπο να μην περιμένω στην ουρά για το Παλάτι των Δόγηδων που με είχε μαγέψει από τότε που, πολύ μικρός, πρόβαλα φιλμάκια στον τοίχο και το αγαπημένο μου ήταν η "Βενετία". Το κτήριο λειτουργούσε ως τόπος διαμονής των δόγηδων αλλά και διοικητικό κέντρο, και είναι διακοσμημένο με έργα των Τιτσιάνο, Βερονέζε και άλλων μεγάλων δασκάλων. Το αποκορύφωμα της ξενάγησης είναι οι φυλακές απ’ όπου φαίνεται η Γέφυρα των Στεναγμών. Οι στεναγμοί ήταν αυτοί που άφηναν οι κρατούμενοι… Ο κόσμος που περιμένει να μπει στη διπλανή Βασιλική του Αγίου Μάρκου, μοναδικό δείγμα βυζαντινής αρχιτεκτονικής στη Δυτική Ευρώπη, έχει λιγοστέψει κατά πολύ. Η είσοδος είναι δωρεάν, αλλά για το θησαυροφυλάκιο με τα λείψανα του αγίου πληρώνεις 2 €. Η Αγία Τράπεζα είναι πιο προσιτή (1,5 €). Τόσος πλούτος, τόση χλιδή για μια θρησκεία που διδάσκει την ταπεινότητα!
Το καφέ Florian, σε μια από τις ωραιότερες πλατείες του κόσμου έχει τιμές ανάλογες της φήμης του που λέει πως εκεί σύχναζε ο Καζανόβας. Το κάπνισμα απαγορεύεται σε όλους τους κλειστούς χώρους της χώρας - Vietato Fumare παντού - και οι εθισμένοι στέκονται στις εισόδους ρουφώντας λαίμαργα τη γόπα τους, πριν την πετάξουν.
Το Ca d’ Oro (Ca είναι συντομογραφία του Casa = Σπίτι), το Χρυσό Σπίτι λοιπόν, εκτός από δύο σημαντικά έργα τέχνης (Αφροδίτη του Τιτσιάνο, Αγ. Σεβαστιανός του Μαντένια) έχει και εξαίρετη θέα, αλλά αυτό ισχύει για κάθε γωνιά της Βενετίας. Ακόμη περισσότερα έργα των Τιτσιάνο, Τιντορέτο, Τζορτζόνε, Βερονέζε… στεγάζονται στην Academia όπου η είσοδος για τους πολίτες της Ε.Ε. κάτω των 18 και άνω των 65 είναι δωρεάν. Δεν ανήκω σε καμιά από τις δυο κατηγορίες.
Στο εβραϊκό γκέτο υπάρχει μνημείο κι ένα αυτοκόλλητο "PANATHINAIKOS-MESOGIA CLUB". Με το βαποράκι κατευθύνομαι προς το Torcello και στην επιστροφή θα σταματήσω στα Burano, Murano πίνοντας spritz, ένα βενετσιάνικο ποτό με βάση το Campari.
Η Ραβένα, 150 χλμ. περίπου νοτιότερα, ιδρύθηκε τον 5ο αι. και κατοικήθηκε από τον στρατηγό του Ιουστινιανού, Βελισσάριο, το 540. Από τότε χρονολογούνται και τα ψηφιδωτά της βασιλικής με την οκταγωνική κάτοψη San Vitale (Αγ. Βιτάλιος, εγκαινιάσθηκε από τον επίσκοπο Μαξιμιανό το 547), που απεικονίζουν τις στέψεις του Ιουστινιανού και της Θεοδώρας. Στον αυλόγυρό της βρίσκεται και το σταυροειδές μαυσωλείο (440) της Galla Placidia (Γάλλα Πλακιδία), αδερφής του αυτοκράτορα Honorius, που εκτός της δικής της περιλαμβάνει και τις σαρκοφάγους του δεύτερου συζύγου της Κωνσταντίνου Γ’ και του γιου της, αυτοκράτορα Βαλεντινιανού Γ’.
Στάση για καφέ στην πλατεία με το θερμόμετρο να δείχνει 26° C. Ενώ στήνεται η εξέδρα κάποιας εκδήλωσης, ένας σύγχρονος τροβαδούρος προβάρει το Boulevard Of Broken Dreams των Green Day. Το τραγούδι τους Wake Me Up Before September Ends με είχε ξυπνήσει στο Salzburg. Ήδη το άλμπουμ American Idiot πρέπει να θεωρείται κλασικό.
Ύστερα από μια μικρή... ανάβαση στο άκρως τουριστικό San Marino, το κράτος των 61 τετρ. χιλιομέτρων που θυμίζει το Mt. Saint Michel, προσπερνάω το αεροδρόμιο του Ρίμινι (το πρώτο μαζικό θέρετρο των Γερμανών μεταπολεμικά) που έχει το όνομα Federico Fellini, με τελικό προορισμό το μοναδικό Urbino, ιδιαίτερη πατρίδα του αρχιτέκτονα Bramante, που υψώνεται πάνω σε δύο λόφους. Χτισμένο με τούβλα ακόμη και στους δρόμους είναι ανεξήγητο πώς παραμένει σχετικά άγνωστο. Κόμητες και δούκες όπως ο Montefeltro (1213-1482) και αργότερα οι Della Rovere και οι Albani, το ανέδειξαν σε σπουδαίο κέντρο κατά τη διάρκεια της Αναγέννησης με αποκορύφωμα την ίδρυση του πανεπιστημίου (1506). Σημαντικό μνημείο θεωρείται το Palazzo Ducale χτισμένο από τον Luciano Laurana τον 15ο αι. Περιλαμβάνει πάνω από διακόσια δωμάτια και πίνακες μεγάλων ζωγράφων όπως ο Bellini, o Uccello, o Piero della Francesca αλλά και ο Ραφαήλ το σπίτι του οποίου βρίσκεται λίγα μέτρα πιο πάνω. Αν δεν έχεις προνοήσει να κάνεις κράτηση, το σαββατοκύριακο είναι αρκετά δύσκολο να βρεις δωμάτιο στα ξενοδοχεία εντός των τειχών. Περίπου 15 χιλιόμετρα έξω από την πόλη, πάνω σ' έναν καταπράσινο πράσινο λόφο με θέα την κοιλάδα, το ξενοδοχείο Fontespino είναι η καλύτερη λύση με εξαιρετική τοπική κουζίνα που περιλαμβάνει φασόλια, ντομάτες, σούπες και φυσικά, ζυμαρικά και... πίτσες.
Καθώς κατευθύνομαι δυτικά, σταματάω στο Arezzo (το Arretium των Ετρούσκων), μια γοητευτική πόλη που γίνεται ακόμη πιο θελκτική με τη λιακάδα που λούζει την Piazza Grande, όπου απαγορεύεται η κυκλοφορία των αυτοκινήτων. Κάποιος που είναι κοντά στην ιταλική νοοτροπία, μαθαίνει γρήγορα πως μπορεί να παρκάρει ανώδυνα οπουδήποτε αν έχει μη ιταλικές πινακίδες. Άλλωστε ο τροχονόμος στη Mestre με διευκόλυνε να περάσω από έναν αποκλεισμένο δρόμο για να πάω στο ξενοδοχείο - σίγουρα κάτι ανάλογο δε θα συνέβαινε ποτέ στη Γερμανία. Πίνω έναν εσπρέσο κάτω από τις αψίδες του Giorgio Vasari που γεννήθηκε εδώ (όπως ο Μαικήνας και ο Πετράρχης), με θέα την αρχαιότερη εκκλησία της πόλης, Santa Maria della Pieve (12ος αι.) και πετάγομαι μέχρι την εκκλησία του San Francesco για να δω τις "Ιστορίες του Σταυρού", τις δώδεκα διάσημες τοιχογραφίες του Piero della Francesca (15ος αι.) που ξεκινούν από τον Αδάμ και μέσω της Βασίλισσας του Σαβά και του Σολομώντα καταλήγουν στον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο.
Προτεινόμενη για τη γοτθική Siena είναι η γεμάτη στροφές αλλά ήσυχη διαδρομή που ξεκινάει στο Monte San Savino. Πευκοδάση και ελαιώνες αφήνουν ενδιάμεσα ελεύθερες εκτάσεις που καταλήγουν σε κοιλάδες για να χορτάσει το μάτι ομορφιά. Βρίσκω πάρκινγκ μπροστά στο ξενοδοχείο και βγαίνω για εξερεύνηση πάραυτα. Στενοί, βουτηγμένοι σε χρώματα όκρας και σέπια δρόμοι, πλαισιωμένοι από κτήρια με καφετιά τούβλα, μαύρες επιβλητικές πόρτες και πράσινα παράθυρα. Στη σχήματος στρειδιού πλατεία "Il Campo" διεξάγονται ιπποδρομίες δύο φορές το χρόνο. Όχι πολύ μακριά από έναν από τους ομορφότερους που, αν δεν μεσολαβούσε η πανώλη θα ήταν και ο μεγαλύτερος καθεδρικός ναός της Ιταλίας, η Εθνική Πινακοθήκη στεγάζει έργα με αποκλειστικά θρησκευτικά θέματα από τον 12ο μέχρι τον 16ο αι. σε μια άκρως εκπαιδευτική έκθεση για την εξέλιξη της ζωγραφικής.
Αφήνοντας πίσω αυτό το υπαίθριο μεσαιωνικό μουσείο διασχίζω την κοιλάδα του Chianti. Απέραντοι αμπελώνες και γραφικά χωριουδάκια που δείχνουν να ζούνε ανέμελα, πλαισιωμένα από πατροπαράδοτη κομψότητα, βαθιά κουλτούρα και... Chianti Classico. Σ' ένα από αυτά, όταν μπαίνω "για κάτι πρόχειρο", τρώω ίσως το νοστιμότερο πιάτο του ταξιδιού και πίνω αναμφίβολα το καλύτερο κρασί: σπαγγέτι με πιπέρι και τυρί που συνοδεύω, ωστόσο, με ένα Barolo di Montalcino 2000.
Στη Φλωρεντία δεν είναι εύκολο να οδηγάς αναζητώντας να βρεις κατάλυμα. Τελικά είμαι πολύ ικανοποιημένος από το δωμάτιο με το (μοναδικό) μπαλκόνι και θέα την πλατεία della Indipendenza στο ξενοδοχείο Donatello. Βρίσκομαι για πρώτη φορά στην πόλη, πραγματοποιώντας έναν ακόμη από τους ταξιδιωτικούς μου στόχους. Τα βήματά μου με οδηγούν στο Duomo ή Santa Maria del Fiore, όπως είναι η επίσημη ονομασία της περίφημης εκκλησίας με τον θόλο του Brunelleschi. Μένω έκθαμβος ατενίζοντας την εναλλαγή του λευκού με το πράσινο μάρμαρο στη νεογοτθική πρόσοψη, για την οποία θα διαβάσω αργότερα ότι κατασκευάστηκε πολύ μετέπειτα, τον 18ο αιώνα, στο στυλ του 15ου αι. Πίσω μου ακριβώς βρίσκεται το Βαπτιστήριο του Αγ. Ιωάννη, το αρχαιότερο κτήριο της πόλης που λειτουργούσε ως παγανιστικός ναός, ανανεωμένο στο μεταξύ, γεμάτο ψηφιδωτά από τη βυζαντινή περίοδο και την ανατολική πόρτα από μπρούτζο με τις ανάγλυφες σκηνές από την Παλαιά Διαθήκη που φιλοτέχνησε ο Ghiberti και που ο Μικελάντζελο χαρακτήρισε "Πύλη του Παραδείσου". Ένα εστιατόριο με ευφάνταστη διακόσμηση και γεμάτο τοιχογραφίες αποσπά την προσοχή μου καθώς επιστρέφω στο ξενοδοχείο και μου υπενθυμίζει πως είναι ώρα να βάλω κάτι στο στόμα μου.
Η είσοδος στις εκκλησίες - μουσεία είναι πάντα επί πληρωμή. Στη Santa Maria Novella έχεις την ευκαιρία να θαυμάσεις τη Σταύρωση του Giotto. Χρειάζεσαι πολλές ώρες, ειδικά αν συμπεριλάβεις και τους κήπους του, για να εξερευνήσεις το Palazzo Pitti, όπου αναρίθμητοι πίνακες, γλυπτά και κοστούμια από τον κινηματογράφο (ανάμεσά τους και της Μαρίας Κάλας στη Μήδεια του Παζολίνι) απλώνονται σε τρεις άνετους και όχι ιδιαίτερα πολυσύχναστους ορόφους. Διασχίζω τον Arno από το Ponte Vecchio που μοιάζει περισσότερο με παζάρι παρά με γέφυρα.
Απέναντι από το Palazzo Vecchio, με τον Δαβίδ του Μικελάντζελο - έστω και σε αντίγραφο - να πλαισιώνει μαζί με τον Ηρακλή του Bandinelli την είσοδό του, η σοκολατερία Rivoire προσφέρει μία από τις μικρές απολαύσεις της ζωής.
Το μουσείο Uffizi σημαίνει για μένα πολλά, καθώς είναι ένα από τα 9 μεγάλα μουσεία στη σειρά των εκδόσεων Montadori - Φυτράκη που ξεφύλλιζα από παιδί και το προτελευταίο που μου μένει να δω. Υπολείπεται αυτό του Τόκιο - αρκετά μακρινό όνειρο επί του παρόντος. Η ουρά έξω από το μουσείο μπορεί να είναι αποκαρδιωτική, υπάρχουν όμως τρόποι να την αποφύγεις, λ.χ. κάνοντας τηλεφωνική κράτηση. Μέσα δεν ξέρεις τι να πρωτοθαυμάσεις, ωστόσο ο μειωμένος αριθμός των επισκεπτών που επιτρέπεται καθιστά εφικτή την προσέγγιση των έργων. Έξω βρέχει κι εγώ απολαμβάνω την εξαίσια τέχνη πασίγνωστων ζωγράφων σε έργα που αναγνωρίζουν ακόμη και οι αδαείς: Botticelli, da Vinci, Rafael... ο κατάλογος είναι ατέλειωτος.
Το σπίτι του Μικελάντζελο είναι κοντά στην πλατεία της εκκλησίας San Simone και ένας καλός περίπατος πριν επιστρέψω κατάκοπος στο ξενοδοχείο. Στη διαδρομή βλέπω και μια κουρελιασμένη ελληνική σημαία να κυματίζει βρώμικη έξω από το προξενείο.
Άλλη μια πόλη που επιβάλλεται να δει κανείς στη θεσπέσια Τοσκάνη, είναι η περιστοιχισμένη από τείχος ιδιαίτερη πατρίδα του Πουτσίνι, Lucca, όπου ξεχωρίζουν η πλατεία χτισμένη στα ερείπια αρχαίου αμφιθέατρου διατηρώντας ένα τέλειο οβάλ σχήμα, ετρουσκικά ερείπια και αναγεννησιακές εκκλησίες. Κι όλα αυτά σε αποστάσεις περιπάτου. Θα μπορούσα να μείνω τουλάχιστον μια βδομάδα εδώ, αλλά ο χρόνος δεν είναι ποτέ αρκετός. Μερικά χιλιόμετρα δυτικότερα με καλεί η Πίζα για μια βόλτα στην "Πλατεία των Θαυμάτων" που περικλείει τον περίφημο, κεκλιμένο Πύργο, τον καθεδρικό και το Βαπτιστήριο. Έχει πλάκα να βλέπεις τους τουρίστες καθώς ποζάρουν τεντώνοντας τα χέρια τους σαν να στηρίζουν τον Πύργο, εμποδίζοντάς τον - υποτίθεται - από την πτώση.
Επιτέλους autostrada! Η Ιταλία έχει αυτοκινητόδρομους σε εξαιρετική κατάσταση, με τακτικές περιοχές για στάθμευση.
Μπορεί στο μεταξύ να φημίζεται για την παρμεζάνα και το προσούτο, αλλά η σημασία της Πάρμας στην μουσική της Ιταλίας και κατ' επέκταση στην παγκόσμια είναι μεγάλη. Ο Βέρντι και ο Τοσκανίνι είναι δύο από τα διάσημα τέκνα της στον χώρο του πενταγράμμου. Ψάχνοντας για δωμάτιο θαμπώνομαι από το χρυσαφένιο φως του ηλιοβασιλέματος που περνάει μέσα από τα δέντρα και αντανακλά στις προσόψεις των όμορφων κτηρίων του κέντρου της. Η πόλη εξακολουθεί να εκπέμπει αρχοντιά και λέγεται πως έχει την καλύτερη κουζίνα της χώρας. Αν όλα τα πιάτα είναι σαν το πεντανόστιμο ριζότο με κολοκυθάκια και λεμόνι και το Rosa di Parma, ένα είδος μικρού ρολού με προσούτο, που τρώω, πρόκειται για εξαίσια ποίηση!
Αναζητώ ευκαιρία για στάση καθώς πλησιάζω την Μάντουα. H ιδιαίτερη πατρίδα του Βιργιλίου, παλιός ετρουσκικός οικισμός, σφύζει από ζωή στην πλατεία Sordello με το μεγαλύτερο παλάτι της χώρας μετά το Βατικανό. Θαρρείς πως όλοι οι κάτοικοι έχουν βγει για ν' απολαύσουν τη σαββατιάτικη λιακάδα. Μέσα στη ραθυμία του πρωινού καφέ φτάνουν στ' αυτιά μου υστερικές φωνές Ελληνίδων που βιάζονται να κάνουν ψώνια... Τα ψώνια!
Η περίφημη Αρένα της Βερόνα, το μεγαλύτερο ιταλικό αμφιθέατρο μετά το Κολοσσαίο της Ρώμης, χρονολογείται από τον 1ο αι. μ.Χ και έχει χωρητικότητα 22.000 θεατών. Οι τουρίστες συρρέουν μέσω του πεζόδρομου της Via Mazzini στο "Σπίτι της Ιουλιέτας" (Capuleti), που έκανε διάσημο ο Σέξπιρ, για να φωτογραφήσουν το μπαλκόνι, να γράψουν το όνομά τους στους τοίχους της αυλής και να υποσχεθούν αιώνια αφοσίωση στους νυν συντρόφους τους. Στα καφέ της Piazza delle Erbe, μια μικρή και κομψή πλατεία γεμάτη αγάλματα αλλά και λαϊκή αγορά, γίνεται το αδιαχώρητο.
Αυτό το κομμάτι γης, πλημμυρισμένο από φυσική ομορφιά και αξιοθέατα φτιαγμένα από ανθρώπινα χέρια σε απίστευτη πυκνότητα, πρέπει να καθιστά την Ιταλία την ομορφότερη χώρα του κόσμου. Καθώς ρεμβάζω στην πλατεία Bra, απέναντι από την Αρένα, αποφασίζω να πάρω τον δρόμο της επιστροφής. Το Brennerpass στα σύνορα της Αυστρίας δεν απέχει παρά 280 χλμ. περίπου και από εκεί μέχρι τη Γερμανία άλλα 80 χλμ. - είναι το πιο στενό σημείο της Αυστρίας μεταξύ των δύο χωρών. Στο Τιρόλο έχει αρχίσει να βρέχει. Κοντεύει 20:00 όταν σταματάω για φαγητό στην Autobahn και γίνεται κατακλυσμός. Προσανατολίζομαι προς διανυκτέρευση κάπου μεταξύ Μονάχου και Νυρεμβέργης καθώς πλησιάζουν μεσάνυχτα και στην αντίθετη κατεύθυνση διαπιστώνω τρομακτικό μποτιλιάρισμα. Αρχίζουν οι φθινοπωρινές διακοπές των σχολείων και φεύγουν όλοι για τον Νότο... Στη δική μου διαδρομή ωστόσο, σε κάποια σημεία ο δρόμος είναι τόσο άδειος που παρά την κακοκαιρία, τις προτροπές του Kanye West (Drive Slow) και τις επισημάνσεις των Rolling Stones (Driving Too Fast), είναι αδύνατο πλέον να εγκαταλείψω την ιδέα του να κοιμηθώ στο κρεβάτι μου. Έστω κι αν είναι περασμένες μιάμιση όταν φθάνω!




2005/2006

Friday, April 14, 2006

Υπερσιβηρικός

Την προηγούμενη φορά που ήμουν στη Ρωσία, η Αγ. Πετρούπολη λεγόταν ακόμη Λένινγκραντ και γινόταν έλεγχος στα έντυπα που εισήγαγες στη χώρα. Από τότε έχουν περάσει μόλις 15 χρόνια, όμως οι αλλαγές που έχουν μεσολαβήσει σε κάνουν να πιστεύεις πως έχουν περάσει μερικά έτη φωτός!

Η πρώτη διαφορετική εντύπωση περιμένοντας μια ώρα στην ουρά (ε, ορισμένα πράγματα παραμένουν ίδια) για τον έλεγχο διαβατηρίων είναι η τηλεόραση που παίζει βίντεο κλιπ αγγλοαμερικανικής ποπ των ’80s. Η αμέσως επόμενη, στη διαδρομή από το αεροδρόμιο Sheremetjevo προς την πρωτεύουσα των 10.000.000 κατοίκων, είναι οι διαφημίσεις. Όπου γυρίσεις να κοιτάξεις υπάρχει κάποιο πλακάτ που εξυμνεί τις αρετές ενός ιδιαίτερα χρήσιμου ή σχεδόν άχρηστου προϊόντος. Στα αριστερά βρίσκεται η Ακαδημία (κάποτε ανάκτορο για τους τσάρους λίγο πριν την είσοδό τους στη Μόσχα καθώς έρχονταν από την Αγ. Πετρούπολη) όπου σπούδασε ο Γιούρι Γκαγκάριν και λίγο πιο κάτω το γήπεδο της Δυναμό, ενώ διάσπαρτα είναι τα μνημεία του Μαγιακόφσκι, του Γκογκόλ και, φυσικά, του Μαξίμ Γκόρκι. Ήδη στις αρχές του 17ου αι. η πόλη αριθμούσε πάνω από 200.000 κατοίκους και παρέμεινε το οικονομικό κέντρο για άλλα διακόσια χρόνια μετά το 1703 που ο Μέγας Πέτρος μετέφερε την πρωτεύουσα στην Αγ. Πετρούπολη...

Το ταξίδι είναι διοργανωμένο από τη μεγαλύτερη λέσχη της Γερμανίας, ADAC, που αριθμεί πάνω από 2.000.000 μέλη – οδηγούς αυτοκινήτων ή μοτοσικλετών. Τα εκατόν εβδομήντα άτομα που συμμετέχουν είναι μοιρασμένα σε μικρά γκρουπ κάτω των είκοσι ατόμων. Έχουν περάσει μόλις λίγες ώρες από την τρομοκρατική επίθεση στο σχολείο του Μπεσλάν στον Β. Καύκασο και κανείς δεν γνωρίζει ακόμη τον ακριβή αριθμό των θυμάτων. Το θέμα απασχολεί τους περισσότερους συνταξιδιώτες που αρχίζουν να γνωρίζονται μεταξύ τους λίγο μετά την άφιξη, όταν συγκεντρώνονται σε ένα εστιατόριο που στεγάζεται στον έκτο όροφο κάποιου κτηρίου στο κέντρο της πόλης για το παραδοσιακό, κατακόκκινο από τα παντζάρια Borscht. Ακολουθεί περίπατος στον πεζόδρομο Αρμπάτ, που δεν διαφέρει σε τίποτε από έναν ανάλογο σε «δυτική» πόλη καθώς εκπροσωπείται όλη η κακογουστιά: από τα σουβενίρ των πλανόδιων μέχρι τις πιτσαρίες και τα McDonalds! Η σύντομη ξενάγηση ολοκληρώνεται με μια βόλτα με το μετρό για να θαυμάσουμε τρεις από τους εξαιρετικούς σταθμούς του πριν καταλήξουμε κατάκοποι στο ξενοδοχείο Renaissance.

Κρεμλίνο σημαίνει κάστρο και υπάρχει ένα σχεδόν σε κάθε πόλη. Όταν όμως οι περισσότεροι κάτοικοι του πλανήτη ακούνε Κρεμλίνο, στον νου τους έρχονται εικόνες από παρελάσεις στην Κόκκινη Πλατεία και το - ξεχασμένο από τον κόσμο πλέον - μαυσωλείο του Λένιν, τη σορό του οποίου η κυβέρνηση σκέφτεται να μεταφέρει στη γενέτειρά του Αγ. Πετρούπολη, όπου είναι θαμμένη και η μητέρα του. Τα στατιστικά στοιχεία λένε ότι το 1991 επισκέφτηκαν το μαυσωλείο τρία εκατομμύρια άνθρωποι, το 2000 μόλις 80.000 και σήμερα δεν υπάρχει ψυχή! Στα ρωσικά χρησιμοποιείται η ίδια λέξη - krasnaja - για τα επίθετα «κόκκινη» και «όμορφη» και οι αυτόχθονες ξέρουν ότι η εκδοχή «Κόκκινη Πλατεία» δεν είναι παρά μια αποτυχημένη μετάφραση της «Όμορφης Πλατείας». Πόσες κακές μεταφράσεις μπορεί άραγε να έχουν επηρεάσει αρνητικά τις διάφορες πολιτικές εξελίξεις; Με πιάνει σύγκρυο στη σκέψη! Προτιμώ να θυμάμαι τη «Ναταλί» του Gilbert Becaud αν και τη δική μας ξεναγό τη λένε Julia.

Ο γνωστός καθεδρικός ναός του Αγ. Βασιλείου με τους εννιά διαφορετικών μεγεθών και χρωμάτων τρούλους, χτίστηκε το 1561 με αφορμή τη νίκη των Ρώσων εναντίον των Τατάρων. Λέγεται πως ο Ιβάν ο Τρομερός τύφλωσε τον αρχιτέκτονα για να παραμείνει το έργο του μοναδικό! Στην πλατεία βρίσκεται και το περίφημο, ήδη από την εποχή των σοβιετικών, πολυκατάστημα GUM, που στεγάζεται σε ένα κτήριο του 1805. Στο τμήμα των CD διαπιστώνω μεγάλη ποικιλία σε τιμές 3 – 5 €. Η ξεναγός επιβεβαιώνει την καχυποψία μου απέναντι στα ελάχιστα διαφοροποιημένα χρώματα των εξωφύλλων: «Είναι πειρατικά!». Περιέργως, τα ασπρόμαυρα εξώφυλλα των Travis και Coldplay, που λογικά θα ήταν εύκολα στη αντιγραφή, έχουν αντικατασταθεί από εντελώς διαφορετικά, έγχρωμα!

Εκτός από την έδρα του Ρώσου προέδρου, το τρίγωνο του Κρεμλίνου περικλείει τρεις ναούς - των Εισοδίων της Θεοτόκου με τους χρυσούς (αναμειγμένους με υδράργυρο) τρούλους και τους σταυρούς που έχουν στη βάση τους την ημισέληνο ως ένδειξη της νίκης του χριστιανισμού κατά του Ισλάμ, της Κοιμήσεως της Θεοτόκου με τοιχογραφίες του Θεοφάνη και του Αντρέι Ρουμπλιέφ, και του Αρχαγγέλου Μιχαήλ όπου θάβονταν οι μεγάλοι ηγεμόνες μέχρι τον Πέτρο - και το αρχαιότερο λαϊκό (μη θρησκευτικό) κτίσμα της Μόσχας. Η εκκλησία έχει αναλάβει τον καθοδηγητικό ρόλο που είχε το κόμμα επί σοβιετικών.

Πέρα από τους ναούς με τους τρούλους σε σχήμα κρεμμυδιού, το τοπίο της πόλης, που δεν εντυπωσιάζει εκ πρώτης όψεως, συμπληρώνεται από μερικούς «σταλινογοτθικούς» ουρανοξύστες ή για άλλους «ζαχαριέρες»! Ο δήμαρχος έχει βάλει σκοπό να γκρεμίσει όλα τα ξενοδοχεία της πόλης, ακόμη και τα πλέον ιστορικά, για να τα αντικαταστήσει με καινούρια, υπερσύγχρονα. Οι ξεναγοί μοιάζουν απαρηγόρητοι. Το Γκόρκι Παρκ μου θυμίζει την ομώνυμη ταινία και μαζί με τον Μόσκοβα το τραγούδι των Scorpions «Wind Of Change».

Η «Νεορώσοι» είναι η νέα τάξη νεόπλουτων που έχει σχηματιστεί χωρίς κανείς να γνωρίζει πώς ακριβώς τα κατάφερε, παρά μόνο ότι πλούτισε από μπίζνες σχετικές με το πετρέλαιο ή το φυσικό αέριο. Από τους 66 δισεκατομμυριούχους που έχει η χώρα στο μεταξύ, οι 36 ζούνε στην πρωτεύουσα και κυκλοφορούν με λιμουζίνες που δεν συναντάς πουθενά αλλού στην Ευρώπη. Το χρήμα δεν παίζει απολύτως κανένα ρόλο γι’ αυτούς – όχι με την κομμουνιστική έννοια της ιδεατής κοινωνίας δίχως χρήματα, αλλά των απεριόριστων απαιτήσεών τους.

Είναι 10 το βράδυ όταν έρχεται η ώρα να επιβιβαστούμε στο ειδικά ναυλωμένο τρένο που περιμένει πανέτοιμο στον διακοσμημένο με art nouveau στοιχεία σταθμό Καζάν. Επιχειρώ να διαβάσω μερικές λέξεις από τον κατάλογο του μπαρ και παραγγέλνω μια μπίρα БАЛТИКА (Μπάλτικα) 3.

Ο υπερσιβηρικός σιδηρόδρομος, που η μυθική διαδρομή του απασχόλησε τις εικαστικές τέχνες, τη λογοτεχνία και τα κόμικς, μόλις συμπλήρωσε εκατό χρόνια από την ολοκλήρωσή του. Το τρένο Zarengold (Ο Χρυσός των Τσάρων) έχει κατασκευαστεί επί Χρούτσεφ και χρησιμοποιήθηκε από όλη τη νομενκλατούρα μέχρι και την εποχή του Μπρέζνιεφ. Κάθε δύο δίκλινα κουπέ μοιράζονται ένα λουτρό που βρίσκεται ανάμεσά τους. Το πρωινό είναι αδιάφορο και ο καφές μάλλον κακός. Χαζεύω από το παράθυρο τους σταθμούς των χωριών που προσπερνάμε, όπου μεσήλικες γυναίκες έρχονται για να πουλήσουν κάτι από την πραμάτεια τους: καφάσια με μήλα ή κουβάδες με γάλα. Κάποιος λέει: «Κάτι τέτοια με κάνουν να σκέφτομαι πάσο καλά είμαστε!» «Ακόμη…», απαντώ μισοαστεία - μισοσοβαρά. Καθώς κατευθυνόμαστε προς το Καζάν πληθαίνουν τα έλη και τα κωνοφόρα δέντρα πίσω από τα κτήρια με τις σουβλερές στέγες που προστατεύουν από τις χιονοπτώσεις.

Το Καζάν είναι η πρωτεύουσα του Ταταρστάν, χρονολογείται από το 1177, θεωρείται κέντρο του μωαμεθανισμού στη Ρωσία και παράδειγμα αυτονομίας. Το ένα εκατομμύριο του πληθυσμού του περιλαμβάνει πεντακόσιες χιλιάδες μουσουλμάνους Τατάρους (που αναζητούν συνδέσμους με τους Βούλγαρους προγόνους τους), οι οποίοι συμβιώνουν αρμονικά με άλλους τόσους Ρώσους. Τα ποσοστά της ορθοδοξίας, με την εκκλησία να έχει γίνει μόδα τα τελευταία χρόνια, αυξάνουν ραγδαία. Παράλληλα, το πρώτο ισλαμικό πανεπιστήμιο της Ρωσίας λειτουργεί εδώ από το 1999. Αποφεύγοντας ένα αιματοκύλισμα παρόμοιο με της Τσετσενίας κατάφερε να αποκτήσει προνόμια που ισοδυναμούν με ανεξαρτησία, δίχως να υπογράψει την ένταξή του στη ρωσική ομοσπονδία. Η οικονομική του ευμάρεια συνδέεται με τις πηγές πετρελαίου και φυσικού αερίου που επεξεργάζονται στα πετροχημικά εργοστάσιά του.

Η πρώτη εντύπωση μόλις βγαίνεις από τον σταθμό είναι το κυκλοφοριακό χάος και η βαριά από τα καυσαέρια ατμόσφαιρα. Αμέτρητα σαραβαλάκια κυκλοφορούν αφήνοντας τη μυρωδιά και τους ρύπους της φθηνής βενζίνης. Πολλά σπίτια είναι ετοιμόρροπα – άλλα πλήρως εγκαταλειμμένα, άλλα έτοιμα για επισκευή. Ίσως σε κάποιο από αυτά να γεννήθηκε ο σπουδαίος βαθύφωνος (για πολλούς ο σημαντικότερος όλων των εποχών) Σαλιάπιν (1873-1938) και ο πλέον διάσημος χορευτής Ρούντολφ Νουρέγιεφ (1938-1993). Λέγεται μάλιστα ότι η χορωδία του πανεπιστημίου είχε απορρίψει τον πρώτο για χάρη του Μαξίμ Γκόρκι! Η θερμοκρασία πέφτει απότομα από τους 18 στους 10 βαθμούς καθώς κάνουμε μια μικρή ξενάγηση στο Κρεμλίνο του Καζάν, όπου μεταξύ άλλων βρίσκεται και το άγαλμα του εθνικού ποιητή Musa Dzalilja, που πέθαινε στο Βερολίνο, αιχμάλωτος πολέμου, στις φυλακές Πλέτσενζε. Στο μεταξύ τα ταταρικά έχουν γίνει ισάξια επίσημη γλώσσα με τα ρωσικά που επιβλήθηκαν δια της βίας το 1939.

Η οικολογική καταστροφή αγγίζει και τον Βόλγα, τον άρχοντα όλων των ποταμών της χώρας. Με μήκος περίπου 3.600 χλμ. είναι κατάλληλος για ναυσιπλοΐα, παρέχει υδροηλεκτρική ενέργεια και αρδευτικά νερά, ενώ στο πλούσιο βιολογικό περιβάλλον του συντηρεί οικισμούς αλιέων για ψάρια με χαβιάρι. Κάνουμε μια βόλτα με καραβάκι καθώς δύει ο ήλιος. Αρκετές καμινάδες εργοστασίων (μόνο μία εν ενεργεία) και ομοιόμορφα κτήρια. Αν ήταν ρομαντικός πίνακας θα μπορούσε να λέγεται «Σοσιαλιστικό Τοπίο με Τζαμί». Ωστόσο, αμφιβάλλω αν κάποιος θα εμπνεόταν σήμερα να συνθέσει μια μελωδία σαν τους "Βαρκάρηδες του Βόλγα".

Πίσω στο τρένο προσθέτουμε ώρες - ήδη είμαστε στις +4 από τότε που ξεκινήσαμε από τη Γερμανία - καθώς κατευθυνόμαστε ανατολικά. Είναι μια θλιβερή μέρα με τη βροχή να σφυροκοπάει τα τζάμια. Με δυσκολία διακρίνονται οι λεύκες και τα Ουράλια Όρη που στο σημείο αυτό δεν είναι καθόλου επιβλητικά αφού το ύψος τους δεν ξεπερνάει τα 450 μέτρα. Είμαστε στη Σιβηρία! Για πολλούς, εδώ αρχίζει η Ασία!

Πρώτος σταθμός το Αικατερίνμπουργκ και πρώτη εντύπωση κι εδώ το κυκλοφοριακό χάος! Η πόλη, που ιδρύθηκε από τον Μέγα Πέτρο (1723) - ονομάστηκε προς τιμήν της Αικατερίνης Α’ - και που στις ημέρες των σοβιετικών λεγόταν Σβερντλόφσκ από τον σύντροφο του Λένιν στην επανάσταση, Γιάκομπ Σβερντλόφ, έχει μείνει στην ιστορία για τη σφαγή της τελευταίας τσαρικής οικογένειας του Νικολάου Β’ (1918), όπως το Ντάλας συνδέεται με τη δολοφονία του Τζον Φ. Κένεντι. Σήμερα στον τόπο της ομαδικής - αφού μαζί με τους Ρομανόφ δολοφονήθηκε και το υπηρετικό προσωπικό - εκτέλεσης έχει αναγερθεί μια εκκλησία που για πρώτη φορά στα χρονικά της ρωσικής ορθοδοξίας εικονογραφήθηκε από μια γυναίκα. Ωστόσο, η ευσέβεια απαιτεί κάλυψη της γυναικείας κεφαλής μέσα στο ναό. Αντίθετα, στους άνδρες δεν επιτρέπεται να φοράνε καπέλο. Η παράνοια δεν σταματά εκεί! Αίφνης, το 2000, οι τσάροι ανακηρύχτηκαν άγιοι από τη ρωσική ορθόδοξη εκκλησία ως πεσόντες στον αγώνα κατά του κομουνισμού!

Αυτό το «παράθυρο προς την Ασία» - υπάρχει ένας οβελίσκος που προσδιορίζει την τοποθεσία της αλλαγής ηπείρου - εξυπηρετούσε βιομηχανικούς σκοπούς και μέχρι πριν από δέκα χρόνια απαγορευόταν στους τουρίστες να το επισκεφτούν. Ο τόπος σπουδών του Μπόρις Γέλτσιν, που γεννήθηκε 200 χιλιόμετρα ανατολικότερα, είναι βρώμικος και μολυσμένος από τα καυσαέρια και τα χημικά απόβλητα των εργοστασίων. Τα παραδοσιακά σπίτια είναι κτισμένα με κορμούς δέντρων στοιβαγμένους οριζόντια και κάποιοι Νεορώσοι χτίζουν τις δικές του βίλες στον ίδιο ρυθμό, στηρίζοντας τα ξύλα σε λίγα μέτρα πέτρινων τοίχων. Η νεολαία - «επηρεασμένη από τις διαφημίσεις στην τηλεόραση και θέλοντας να αντιγράψει τα δυτικά πρότυπα», ισχυρίζονται οι ξεναγοί - κυκλοφορεί με ένα μπουκάλι μπίρας στο χέρι. Άντε να εξηγήσεις ότι στη Δύση το αντίστοιχο φαινόμενο αποτελεί την εξαίρεση.

Ύστερα από τρεις μέρες έχουμε καλύψει περίπου 4.000 χιλιόμετρα (ημερήσιος μέσος όρος 1.600 χλμ.) και ακόμη δεν φτάσαμε ούτε στα μισά! Είμαστε ήδη επτά ώρες πιο μπροστά από τη Μόσχα. Κι εγώ νόμιζα ότι οι ΗΠΑ είναι απέραντες! Το τοπίο αλλάζει, γίνεται πιο επίπεδο. Η στέπα συνεχίζεται μέχρι το Νοβοσιμπίρσκ, την όμορφη και σχετικά πλούσια πρωτεύουσα της Σιβηρίας που τη διασχίζει ο ποταμός Ομπ. Ιδρύθηκε το 1893 σε τοποθεσία που θεωρήθηκε η καταλληλότερη για τη διάσχιση του ποταμού κατά τη διάρκεια των έργων του υπερσιβηρικού και μέσα σε 70 χρόνια ο πληθυσμός της έφτασε το 1.000.000 κατοίκους – για το ίδιο νούμερο το Σικάγο χρειάστηκε 85, η Νέα Υόρκη 200 και η Μόσχα 700 χρόνια. Εδώ αρχίζει η Ταϊγκά (έκταση με κωνοφόρα δάση που υπάρχει σ’ αυτό το γεωγραφικό πλάτος του πλανήτη, σαν ζώνη, και στην αμερικανική ήπειρο) που επεκτείνεται ανατολικά, ενώ στον Βορρά κυριαρχεί η Τούνδρα, τα γυμνά από δάση βουνά. Στον κλασικιστικό σταθμό, με σχήμα που από μακριά θυμίζει ατμομηχανή, μας υποδέχεται μια αντιπροσωπεία με τοπικές ενδυμασίες προσφέροντας, εθιμοτυπικά, ψωμί και αλάτι και χορεύοντας τοπικούς χορούς. Ωστόσο, κάπως ψυχροπολεμικά, εξακολουθεί να ισχύει η απαγόρευση της φωτογράφησης σε σταθμούς, αεροδρόμια και λιμάνια. Όπως και στην Ελλάδα! Η ξενάγηση περιλαμβάνει και επίσκεψη σε μια μεγάλη σκεπαστή αγορά που ασφαλώς δεν πληροί καμιά από τις υγειονομικές προδιαγραφές της Δύσης. Ίσως γι’ αυτόν τον λόγο παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον.

Στο τρένο γίνονται μαθήματα ρωσικών για όσους θέλουν και φυσικά τα παρακολουθώ με σκοπό να μάθω τουλάχιστον να διαβάζω τις λέξεις που βλέπω. Μαθαίνω ακόμη πως το άτονο «ο» προφέρεται ως «α» γι’ αυτό και τα διάσημα μπαλέτα λέγονται Μπαλσόι. Πριν από την πέμπτη διανυκτέρευση δοκιμάζουμε τέσσερα είδη βότκας από τα 33 που λέγεται ότι υπάρχουν συνολικά, ένα για κάθε γράμμα του αλφαβήτου. Τυχαίνει να κάθομαι δίπλα στην υπεύθυνη του ταξιδιού που διαμαρτύρεται για τη ρωσική νοοτροπία σε θέματα που δεν μου έχουν γίνει αντιληπτά. Έχει πρόβλημα με τα τρένα, τους υπαλλήλους αλλά προσπαθεί να παρηγορηθεί: «Αχ η Κίνα, η Νοτιοανατολική Ασία… Το μισό προσωπικό από εδώ και όλα δουλεύουν ρολόι…». Μου συνιστά ένα ταξίδι στο Βιετνάμ.

Όταν φτάνουμε στο Ιρκούτσκ με μισή ώρα καθυστέρηση, οι περισσότεροι συνταξιδιώτες αναφωνούν: «Επιτέλους στέρεο έδαφος». Το αστείο είναι ότι στο δωμάτιο του ξενοδοχείου έχω την αίσθηση ότι κινούνται τα πάντα! Χρειάζομαι αρκετή ώρα να αποκτήσω και πάλι την αίσθηση της σταθερότητας. Πόσο εύκολα τελικά υιοθετούνται και οι αντίξοες καταστάσεις! Ύστερα από ένα απολαυστικό μπάνιο βγαίνουμε για ξενάγηση στην πόλη και πληροφορούμαστε τις ίντριγκες τις εκκλησίας. Υπάρχει μόνο μία καθολική αφού η ορθόδοξη ασκεί βέτο να μην κτιστούν περισσότερες και η θέση που έχει εγκριθεί για έναν Πολωνό καθολικό ιερέα δεν έχει καλυφθεί ακόμη λόγω γραφειοκρατικών διατυπώσεων που δεν του επιτρέπουν την είσοδο στη χώρα. Με άλλα λόγια η θέση παραμένει κενή για λόγους που παραπέμπουν στα χρόνια του ψυχρού πολέμου. «Πάντα κάτι λείπει από τα έγγραφά του» μας πληροφορεί η ξεναγός που τονίζει «είπαμε, στη θέση του κόμματος ήρθε η εκκλησία...» Οι Γερμανοί συνταξιδιώτες μου κουνάνε το κεφάλι τους πέρα δώθε, εγώ όμως δεν ξαφνιάζομαι από τις σκοτεινές μεθόδους τις ορθοδοξίας.

Αρχές Σεπτεμβρίου.  Ο καιρός είναι θαυμάσιος, η θερμοκρασία γύρω στους 25 βαθμούς. Άλλωστε το Ιρκούτσκ φημίζεται για την άφθονη ηλιοφάνειά του (250 μέρες τον χρόνο). Χρονολογείται από το 1661, αποκαλείται «Παρίσι της Σιβηρίας», και υπήρξε σημαντικός κόμβος εμπορίου, επιστημονικών και διπλωματικών συναλλαγών της Ρωσίας με τη Μογγολία και την Κίνα. Όπως η Πετρούπολη στη Δύση έτσι και το Ιρκούτσκ υπήρξε το παράθυρο της χώρας προς την Ανατολή και το ορμητήριο προς την κατάκτηση του Βερίγγειου Πορθμού και της Αλάσκας. Σε ένα λαογραφικό και εθνολογικό υπαίθριο μουσείο, με όνομα «Ζωή και Εργασία στην Εποχή των Τσάρων» και ανάλογο θέμα, μια κοπέλα ντυμένη με λαϊκή ενδυμασία παίζει μπαντούρα και τραγουδάει. Δεν είναι τοπικά, αλλά παραδοσιακά τραγούδια της Ουκρανίας. Η έκταση αυτή στην όχθη του ποταμού Αγκάρα καλύπτεται από ιστορικές ανακατασκευές σχολείων, εκκλησιών και αγροικιών.

Η λίμνη Βαϊκάλη, με μήκος 636 χλμ., βάθος μέχρι και 1.637 μ. και μέγιστο πλάτος 80 χλμ., θεωρείται το μεγαλύτερο ντεπόζιτο γλυκού νερού στον πλανήτη. Επισκεπτόμαστε ξεχασμένα χωριά που βρίσκονται σε οργασμό ανάπτυξης, κυρίως ξενοδοχειακών συγκροτημάτων. Απώτερος σκοπός η τουριστική αξιοποίησή τους. Στο σημείο που βρισκόμαστε διασχίζουμε τη λίμνη σε μία ώρα. Στα μισά της διαδρομής νομίζεις πλέον ότι βρίσκεσαι σε θάλασσα. Το τρένο μας περιμένει στη απέναντι όχθη, στο απομονωμένο χωριό Marituj, και το πρόγραμμα λέει ότι θα κάνουμε πικνίκ με ψητά και άφθονη βότκα αγναντεύοντας τη λίμνη. Μια ελαφριά ομίχλη που ανεβαίνει από το επίπεδο του νερού κάνει τα βουνά να διαγράφονται αχνά στο βάθος δημιουργώντας ένα τρισδιάστατο σκηνικό σε αποχρώσεις του γαλάζιου και του γκρίζου. Οι αντικατοπτρισμοί των ελάχιστων σύννεφων στα ήρεμα νερά της Βαϊκάλης θυμίζουν γιαπωνέζικες υδατογραφίες ή τη Shangri-La!

Καθώς πλησιάζουμε στα σύνορα της Μογγολίας οι κήποι εξακολουθούν να είναι φυτεμένοι με πατάτες και λάχανα. Τα άλογα γίνονται πιο ψηλά και επιβλητικά. Λείπουν μόνο οι Κοζάκοι, λέξη τουρκικής προέλευσης που σημαίνει «Ελεύθεροι Πολεμιστές» ή «Τυχοδιώκτες», που έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στην ανάπτυξη της Σιβηρίας. Ulan Ude λέγεται ο σταθμός πριν από τα σύνορα και διακρίνει κανείς τις σαμανικές επιρροές αναμειγμένες με τον βουδισμό. Βγαίνω για να στείλω κάρτες σε φίλους. Οι υπεύθυνοι της εκδρομής μας δίνουν οδηγίες: «Δεν θέλουμε να προσβάλουμε τους Μογγόλους ούτε να σας φοβίσουμε, αλλά καλό είναι να έχετε τον νου σας στα τιμαλφή σας όταν μπαίνουν οι τελωνειακοί - έχουν διαπιστωθεί διάφορα κρούσματα… Μην αγοράσετε επ’ ουδενί μια ασφάλεια υγείας που ίσως προσπαθήσουν να σας πουλήσουν…». Ο έλεγχος των διαβατηρίων γίνεται πάνω στο τρένο. Με μεγάλη έκπληξη διαπιστώνω ότι οι Αμερικανοί δεν χρειάζονται βίζα! Κάποιος λέει σκωπτικά «από τότε που η χώρα συμμετέχει με στρατό στο Ιράκ». Οι Ρώσοι υπάλληλοι του τρένου κάνουν πλάκα: «Η χαρτοβιομηχανία δουλεύει καλά στη Μογγολία», σχολιάζοντας το χαρτοβασίλειο που σου φέρνουν να συμπληρώσεις. Πράγματι, για χάρη της αειθαλούς γραφειοκρατίας περνάμε περίπου 5 ώρες στα σύνορα, κλεισμένοι στο βαγόνι.

Η πρωτεύουσα Ulaan Baatar (και όχι Μπατόρ πλέον, αφού σε μια προσπάθεια ανάκτησης εθνικής ταυτότητας απορρίπτουν ό,τι έχει σχέση με αποικιοκρατική «απλούστευση» της γλώσσας τους - για τον ίδιο λόγο άλλωστε το Πεκίνο έχει γίνει Beijing) είναι άσχημη, γεμάτη καυσαέρια και κυκλοφοριακό χάος, που για να το περιορίσουν έχουν επιβάλει τον θεσμό των διοδίων και πληρώνεις κάθε φορά που εισέρχεσαι. Τα πιο σύγχρονα κτήριά της θυμίζουν εργατικές πολυκατοικίες των αρχών του ’60. Δεν υπάρχει διαχωρισμός πεζοδρομίων – δρόμων και φυσικά ούτε ασφαλτόστρωση. Το μέσο μηνιαίο εισόδημα ανέρχεται στα 100 € ενώ εδώ και δύο χρόνια ο κάθε υπήκοος της χώρας μπορεί να αποκτήσει 25-30 τ.μ. γης δωρεάν και να κτίσει το σπίτι του. Στο κέντρο της πιο κρύας πρωτεύουσας του κόσμου, ένα πελώριο πανό που γράφει U2, κρέμεται πάνω από την είσοδο του κρατικού πολυκαταστήματος! Στην ξενάγηση που ακολουθεί βλέπουμε ένα ομοίωμα του μαυσωλείου του Λένιν μπροστά στη βουλή και ακούμε πως «κάθε Μογγόλος γεννιέται με μια μπλε βούλα στη βάση της σπονδυλικής του στήλης που χάνεται με την πάροδο του χρόνου – είναι απόδειξη του μογγολικού αίματος». Και φυσικά τη σημασία του Τζένγκις Χαν (γεννήθηκε μεταξύ 1154 και 1166, πέθανε το 1227), του διασημότερου Μογγόλου που είχε καταλάβει έκταση 4.860.00 τ.μ., υπερδιπλάσια αυτής που είχε καταλάβει ο Μέγας Αλέξανδρος (2.180.000 τ.μ.). Η αυτοκρατορία που ίδρυσε ήταν η μεγαλύτερη που έχει δει ποτέ η υφήλιος και εκτεινόταν από τη Σλεσία ως την Κορέα και από την Ινδία μέχρι τη Βόρεια Ρωσία.

Όλα αλλάζουν μόλις αφήνεις πίσω σου το χάος της πρωτεύουσας και βγαίνεις στην εξοχή. Παρθένα φύση, πεντακάθαρος αέρας και πανέμορφα τοπία. Δεν είναι τυχαίο που η περιοχή ονομάζεται Μογγολική Ελβετία και που πολλοί νέοι από όλον τον κόσμο (γύρω μας Γάλλοι, Ιταλοί και Αμερικανοί) έρχονται εδώ για να απολαύσουν εναλλακτικές διακοπές, κάνοντας ιππασία και μένοντας σε ger, τα γνωστά κυκλικά αντίσκηνα που στήνονται μέσα σε ένα τέταρτο από τους ειδικούς και χρησιμοποιούνται από τους νομάδες. «Ger» σημαίνει σπίτι και είναι σήμερα η λέξη που προτιμάται αντί για την εξευρωπαϊσμένη εκδοχή «Jurta» για τους ίδιους λόγους που η Ουλάν Μπατόρ έγινε Ουλάν Μπάτααρ, όπως προανέφερα. Σ’ αυτό το μοναδικό τοπίο διοργανώνονται αθλοπαιδιές για τους τουρίστες με τα παραδοσιακά αθλήματα της χώρας - τοξοβολία, ιππασία, πάλη - πλαισιωμένα από μουσική παιγμένη σε τόσο τετραγωνισμένα όργανα (κοντραμπάσο, κιθάρα, ξυλόφωνο) που θα ζήλευαν και οι κυβιστές. Το εντυπωσιακό μαρούχορ είναι ένα τετραγωνισμένο δίχορδο που παίζεται με δοξάρι. Σε ένα από τα ger που στεγάζει το εστιατόριο τρώμε κατσικίσιο κρέας που μαγειρεύεται με βαριές πέτρες οι οποίες δυστυχώς έχουν αφήσει κάτι από την άμμο τους. Οι πιο τολμηροί δοκιμάζουν ένα είδος μογγολικής βότκας από γάλα γιακ. Ένα δείγμα από αυτά τα ζώα με το μακρύ τρίχωμα θα δούμε μπροστά μας στην επιστροφή.

Στην επίσκεψη στο μοναστήρι Gandan που λειτουργεί σαν οικοτροφείο, τα παιδιά διδάσκονται τα μαθήματα του σχολείου ΚΑΙ θρησκευτικά. Σημειώνω ότι τα θρησκευτικά δεν είναι καθόλου αυτονόητα σε χώρες με διαχωρισμό εκκλησίας – κράτους. Εκεί ακούω και μια ελληνική φωνή να ξεναγεί ένα γκρουπ από την Αθήνα.  Το παλάτι - ναός του όγδοου Bogdo Khan που υπήρξε ταυτόχρονα αρχηγός του κράτους και θρησκευτικός ηγέτης από το 1911 μέχρι το 1924 λειτουργεί σήμερα ως μουσείο.  Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει και το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας με ολόκληρους σκελετούς δεινοσαύρων από την Κρητιδική Περίοδο, την τρίτη και τελευταία γεωλογική περίοδο του μεσοζωικού αιώνα. Αστείες είναι οι πινακίδες που υπάρχουν στα αγγλικά γεμάτα λάθη.

Στους δρόμους πέφτει το μάτι μου σε ένα περίεργο είδος κινητής τηλεφωνίας. Σε διάφορα πολυσύχναστα σημεία, στέκονται κάποιοι τύποι με μια αρκετά μεγάλη τηλεφωνική συσκευή στο χέρι που μπορεί να χρησιμοποιήσει ο κάθε περαστικός για πολύ λιγότερα χρήματα από ό,τι αν καλούσε από το κινητό του. Είναι κατά κάποιον τρόπο ένας κινητός τηλεφωνικός θάλαμος. Πολύς κόσμος φοράει μάσκες στο στόμα - κάτι μεταξύ χειρουργών και Michael Jackson - φαινόμενο αρκετά συνηθισμένο στην Άπω Ανατολή. Παλαιότερα η χώρα ήταν γνωστή ως Εξωτερική Μογγολία ή Λαϊκή Δημοκρατία της Μογγολίας για να διαφοροποιείται από την Εσωτερική Μογγολία που ανήκει μεν στην Κίνα αλλά έχει το status της αυτόνομης επαρχίας. Αν και θεωρητικά αυτόνομη χώρα, η πολιτική, στρατιωτική και οικονομική εξάρτησή της ήταν κάτι περισσότερο από εμφανείς.

Είναι νωρίς το πρωί όταν το τρένο κάνει μια μικρή στάση στην έρημο Γκόμπι. Οι καμήλες έχουν πλησιάσει και όποιος από τους ταξιδιώτες θέλει, μπορεί να ανεβεί και να κάνει μια μικρή βόλτα. Σε λίγο θα αποβιβαστούμε από το ειδικό τρένο μας για να επιβιβαστούμε στο κινέζικο που θα μας φέρει στο Πεκίνο. Ακόμη κι εκείνοι που ταξιδεύουν με οφθαλμοφανή πυρετό και συνάχι προτρέπονται από τους διοργανωτές να δηλώσουν απόλυτα υγιείς προκειμένου να μην παρουσιαστούν προβλήματα κατά την είσοδο στη χώρα. Η κινέζικη γραφειοκρατία έχει την τάση να δέχεται αυτά που δηλώνεις και όχι τα προφανή συμπτώματα.

Μας είχαν προειδοποιήσει να ντυθούμε ζεστά γιατί οι Κινέζοι λειτουργούν τον κλιματισμό στο μάξιμουμ και δεν υπάρχει τρόπος να ρυθμίσεις τη θερμοκρασία στο βαγόνι σου. Από το νοσταλγικό στυλ του προηγούμενου τρένου βρισκόμαστε σε μια σύγχρονη αμαξοστοιχία όπου δυστυχώς δεν λειτουργούν οι υδραυλικές εγκαταστάσεις. Επιπλέον στο εστιατόριο δεν υπάρχουν μαχαιροπίρουνα παρά μόνο τα γνωστά ξυλάκια (chopsticks) και το πορσελάνινο κουταλάκι της σούπας. Οι Γερμανοί διαμαρτύρονται ήπια, δέχονται την πραγματικότητα και προσαρμόζονται. Εκείνοι που δεν ξέρουν να χρησιμοποιούν τα ξυλάκια επιχειρούν να μάθουν - οι πιο αρνητικοί και ανεπίδεκτοι αυτοσχεδιάζουν με το κουτάλι και τα χέρια τους.

Σε δεκαπέντε ώρες περίπου βρισκόμαστε στο Πεκίνο, έχοντας διανύσει συνολικά 7.700 χιλιόμετρα. Ακολουθεί πρωινό σε ξενοδοχείο διαφορετικό από αυτό που θα μείνουμε και αμέσως ξενάγηση στην Πλατεία της Ουράνιας Ειρήνης (Tianamen). Οι αλλαγές των τελευταίων χρόνων είναι εντυπωσιακές. Τα ποδήλατα έχουν περιοριστεί σε μια μόνο λωρίδα του δρόμου και οι υπόλοιπες τρεις έχουν καταληφθεί από αυτοκίνητα. Στο ξενοδοχείο βλέπω παρκαρισμένες Jaguar αλλά το μοντέλο που επικρατεί είναι το Santana της Volkswagen που κατασκευάζεται εδώ και στη Βραζιλία. Η πατροπαράδοτη αντιπαλότητα με την Ιαπωνία έχει αποκλείσει την εισαγωγή αυτοκινήτων από τη γείτονα. Στους δρόμους επικρατεί χάος. Όλοι οι τουρίστες αγωνιούν για την τύχη των ποδηλατών αλλά και των πεζών. Και βέβαια δεν λείπουν τα ατυχήματα. Ωστόσο, είναι εντυπωσιακό πως παρά τη ζούγκλα του κυκλοφοριακού δεν ακούγονται κορναρίσματα ή φωνές. Άλλα ήθη. Πληροφορούμαστε πως τα κλιματιζόμενα αστικά λεωφορεία είναι πιο ακριβά γι’ αυτό και παραμένουν άδεια! Τα σχολεία λειτουργούν μέχρι τις 4 ή 5 το απόγευμα, ενώ κάποια με σπαστό ωράριο μέχρι τις 7 μ.μ. Υπάρχουν και μερικά που, σαν οικοτροφεία, απασχολούν τα παιδιά τις πέντε εργάσιμες μέρες και τα αφήνουν ελεύθερα το σαββατοκύριακο. Πλέον, όμως, η παιδεία κοστίζει. Είναι ένα από τα μέτρα που έχουν θεσπιστεί προκειμένου να καταπολεμηθεί η υπερβολική τεκνοποίηση. Η στρατιωτική θητεία είναι τριετής, αλλά προαιρετική. Υπάρχουν πολλοί εθελοντές από τα χωριά της ενδοχώρας που κατατάσσονται γιατί δεν θέλουν να σπουδάσουν ή δεν μπορούν να βρούνε δουλειά.

Ελάχιστες είναι πλέον οι περιοχές που διατηρούν την παραδοσιακή αρχιτεκτονική του Πεκίνου, με χαρακτηριστικό τις περιστοιχισμένες με τοίχους αυλές που απάρτιζαν ολόκληρες συνοικίες. Απομακρύνομαι από το ξενοδοχείο και ακολουθώ τη μύτη μου σε μια χώρα που νιώθω αναλφάβητος. Μέχρι και τη Μογγολία μπορούσα να διαβάσω τουλάχιστον τις επιγραφές στα κυριλλικά. Εδώ δεν αναγνωρίζω τίποτε! Βρίσκω μια από αυτές τις γειτονιές με τις κοινές τουαλέτες για άγνωστο πόσες οικογένειες και κτιστές αποθήκες που χρησιμεύουν ως σκουπιδότοποι. Η μπόχα διακόπτεται από την κρεμασμένη μπουγάδα στους τοίχους, σε κάποια αδιέξοδα που χρησιμεύουν ως εντευκτήρια όπου κάποια παιδιά εξασκούνται σε ακροβατικά δίπλα σε ενήλικες που παίζουν ντόμινο και Μα Γιονγκ.

Το πρόγραμμα περιλαμβάνει παράσταση Κινέζικης όπερας - που θυμίζει περισσότερο βαριετέ - και Peking Duck στο παραδοσιακό εστιατόριο της πόλης που ιδρύθηκε το 1860 και ειδικεύεται σ’ αυτό το θεσπέσιο πιάτο που δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τις πάπιες που σερβίρονται παγκοσμίως στα κινέζικα εστιατόρια. Η συγκεκριμένη συνταγή κόβει πάντα την πάπια σε 120 τέλειες φέτες (με όλα τα στρώματα του κρέατος) που τρώγονται πάνω σε κρέπα ή φραντζολάκι αφού προηγουμένως αλείψεις σάλτσα από σόγια και ψιλοκομμένο φρέσκο κρεμμυδάκι. Τα ορεκτικά που προηγούνται είναι μια ποικιλία από όλες τις γνωστές σπεσιαλιτέ της χώρας. Τα εννιά άτομα που κάθονται στο στρογγυλό τραπέζι με τον περιστρεφόμενο δίσκο στη μέση έχουν την ευκαιρία να δοκιμάσουν ταυτόχρονα ανάμικτες γεύσεις, όπως αρέσει στους ντόπιους. Η σούπα έρχεται πάντα τελευταία.
Στην τριήμερη παραμονή θα δούμε την αχανή απαγορευμένη πόλη και ένα τμήμα του περίφημου Σινικού Τείχους. Το σημείο που σταματάμε σ’ αυτό το μεγαλειώδες αρχιτεκτονικό έργο μήκους άνω των 6.000 χλμ., περίπου 70 χλμ. βόρεια του Πεκίνου, θυμίζει Δελφούς. Εδώ υπήρχε ένα φρούριο και αρκετοί ναοί, πρόσφατα αναπαλαιωμένοι με φανταχτερά, ολοζώντανα χρώματα, όπως ο αφιερωμένος στον θεό του Αλόγου, Mashen. Σ’ έναν από αυτούς, που σήμερα λειτουργεί ως μουσείο είχε διδάξει ο Κομφούκιος κατά τον 5ο π.Χ. αι.

Τα επιτεύγματα των Κινέζων στις εφευρέσεις είναι εντυπωσιακά και πραγματοποιήθηκαν πολύ πριν τα αντίστοιχα στην Ευρώπη. Χαρτί, μπαρούτι, πορσελάνη, πυξίδα, σεισμογράφος, εφημερίδες… 400 χρόνια πριν από τον Γουτεμβέργιο τύπωναν με κινούμενα στοιχεία, 500 χρόνια πριν από τον Πυθαγόρα υπήρχε καταγραμμένο το θεώρημά του, 1400 χρόνια πριν από τους αδερφούς Wright είχαν πετάξει με αετό σε απόσταση τριών χιλιομέτρων… Κι ακόμη, το σταυρόλεξο, ο άβακας που εξακολουθεί να μετράει γρηγορότερα από ό,τι η δακτυλογράφηση στον υπολογιστή, λεξικά, φαρμακευτικά βιβλία… Η λίστα είναι ατέλειωτη.

Η πτήση από το Πεκίνο για τη Σαγκάη διαρκεί δύο ώρες. Ο έλεγχος των διαβατηρίων είναι αυστηρός, ωστόσο δεν φαίνεται να έχει νόημα αφού, για εξοικονόμηση χρόνου, οι κάρτες επιβίβασης έχουν μοιραστεί τυχαία στα μέλη του γκρουπ και ο καθένας ταξιδεύει με διαφορετικό όνομα που δεν ανταποκρίνεται στο διαβατήριό του!

Μια επίσκεψη σε έναν από του φημισμένους κήπους καταλήγει σε ένα παραδοσιακό τεϊοπωλείο για την τελετή του τσαγιού. Έξω στην αυλή έπιπλα από τους Τσιν, που θυμίζουν την οργανική αρχιτεκτονική του Gaudi, και Μανόλιες, το δέντρο – σύμβολο της πόλης.

Η Σαγκάη της αποικιοκρατίας έχει εξαφανισθεί. Στη θέση των χαμόσπιτων έχουν αναγερθεί ουρανοξύστες που την καθιστούν την πιο σύγχρονη πόλη του πλανήτη. Χαρακτηριστικό είναι ότι δεν υπάρχουν μεμονωμένα κτήρια αλλά ομαδοποιημένα, δύο μαζί, τρία και τέσσερα καμιά φορά, προφανώς για να εξοικονομούνται χρόνος και χρήματα. Η πόλη χτίζεται εδώ και πέντε χρόνια νυχθημερόν. Μια βόλτα γύρω από το ξενοδοχείο επιβεβαιώνει ότι πρόκειται για ένα απέραντο εργοτάξιο. Το βράδυ φωταγωγείται με έξοδα της πολιτείας και πραγματικά εντυπωσιακά αποτελέσματα. Η Σαγκάη διαιρείται σε δύο τμήματα: το νέο και ανερχόμενο Πουντόν και το παλιό Που Σι, που περιλαμβάνει και το περίφημο The Bund, που έχει απομείνει να θυμίζει την αποικιοκρατική εποχή 1840-1940. Εδώ όλα τα κτήρια είναι τράπεζες, ενώ πριν λίγο καιρό άνοιξε το πρώτο κατάστημα του Giorgio Armani.

Μπορεί τα αυτοκίνητα που έχουν κατακλύσει την Κίνα παραγκωνίζοντας τα ποδήλατα να είναι τα μοντέλα Santana του 2000, ήδη όμως κυκλοφορούν και πολλές BMW που επίσης έχει εδώ εργοστάσιο, ενώ δεν θα αργήσει να κάνει το ίδιο και η Mercedes. To πάρκινγκ μιας μέρας στη Σαγκάη - πολύ ακριβότερο από του Πεκίνου λόγω ελλείψεως χώρου - κοστίζει όσο ένας μέσος μηνιαίος μισθός. Το ενοίκιο στις καινούριες πολυκατοικίες ανέρχεται στα 800 γιεν το τετραγωνικό μέτρο (1500 γιεν = 150 €) σε μια χώρα που οι μηνιαίοι μισθοί κυμαίνονται μεταξύ 900 και 1200 γιεν! Από το 1.300.000.000 των κατοίκων της, τα 900 εκατομμύρια ζούνε κάτω από τα όρια της φτώχειας με ανεργία που φτάνει τα 22-25%. Συν τω χρόνω αλλάζουν τα δεδομένα, αφού η Κίνα είναι η υπ’ αριθμόν 1 χώρα παραγωγής παιχνιδιών, παπουτσιών και υφασμάτων, ενώ βρίσκεται στη δεύτερη θέση παγκοσμίως σε παραγωγή κομπιούτερ.

Έξω από τα μεγάλα αστικά κέντρα, η ζωή έχει διαφορετικούς ρυθμούς. Στη Σουζού, νότια από το Δέλτα του Γιανγκτσέ, κυριαρχεί η δυαδικότητα του γιν και του γιαν. Στους κινέζικους κήπους κυλάνε ήσυχα ρυάκια (ποτέ σιντριβάνια) ανάμεσα σε βράχους (ποτέ γρασίδι). Νοτιότερα, πάνω στο νερό, βρίσκεται το χωριό Τονγκ Λι, όπου η συγκοινωνία διεξάγεται με βάρκες. Η απωανατολική αυτή εκδοχή της Βενετίας είναι εδώ και δυο μόλις χρόνια προσιτή στο κοινό.
Πριν φύγουμε, θα μεταφερθούμε πίσω στον χρόνο στον ναό του Βούδα από αχάτη, από την εποχή της δυναστείας των Τσινγκ. Αμέσως μετά στο σήμερα, αναχωρούμε με το υπερσύγχρονο τρένο transrapid, που πιάνει πάνω από 400 χλμ. την ώρα, για το αεροδρόμιο απ’ όπου θα πετάξουμε για την Ευρώπη.




2004/2006

Monday, April 03, 2006

Tour de France

Τετάρτη 04.09.2002
Όχι ότι θα συνέβαινε τίποτε αν δεν τηρούσαμε την ώρα εκκίνησης που είχαμε συμφωνήσει αποβραδίς, αλλά για μια ακόμη φορά το εσωτερικό μας ρολόι λειτούργησε άψογα. 9:30! Κι όμως, πρόλαβα και κατέβηκα από τον έκτο όροφο με το ασανσέρ που χάλασε αμέσως μετά... Συνεπείς στο ωράριό τους είναι και οι Geschwister Pfister (ζεύγος καλλιτεχνών) που βλέπουμε να περνάνε ανάμεσά μας κάνοντας jogging καθώς φορτώνουμε τις βαλίτσες στο αυτοκίνητο. Τακτοποιώ καμιά εικοσαριά CD που έχω διαλέξει για να ακούμε στη διαδρομή. Στο μεταξύ έχει βγάλει τέτοιο ήλιο, που δεν μου κάνει καρδιά να φύγω...
Ο αυτοκινητόδρομος έπαψε προ πολλού να θυμίζει ότι κάποτε ανήκε στην Αν. Γερμανία, κι όμως κάθε φορά που τον ταξιδεύω έρχονται στο νου οι μόνιμες λακκούβες της δεξιάς λωρίδας και οι ατέλειωτες ουρές στα σύνορα... Αρχίζει να σκοτεινιάζει καθώς αφήνουμε πίσω μας το Ανόβερο. Πάνω στο παρμπρίζ πέφτουν οι πρώτες σταγόνες, που μετατρέπονται σε οργισμένη καταιγίδα. Δεν πειράζει, θα ξεπλύνουν και τα έντομα που έχουν διαλέξει να αυτοκτονήσουν πάνω στο παρμπρίζ του Ford Focus. Ο Loren οδηγεί σαν ραλίστας. Φτάνουμε έξω από την Κολωνία (πάνω από 550 χιλιόμετρα) σε 4½ ώρες. Λίγο πριν σταματήσουμε για βενζίνη, σε ένα στένεμα της Autobahn λόγω έργων, ακούγεται ένα «μπαμ» που έχει ως θύμα τον αριστερό καθρέφτη. Ο θόρυβος αποδεικνύεται πιο τρομακτικός από τη ζημιά, έτσι όπως έχω βυθιστεί στους στίχους του Rising του Bruce Springsteen... Θα τον επιδιορθώσουν πρόχειρα στο Aachen, ίσα - ίσα για να βγάλουμε το ταξίδι. Βρέχει καταρρακτωδώς. Περνάμε τα σύνορα του Βελγίου δίχως να το καταλάβουμε. Το ίδιο γίνεται και λίγο αργότερα με της Γαλλίας. Έχοντας κάνει μόνο μία στάση στην Autobahn και ύστερα από 870 χιλιόμετρα, αποφασίζουμε πως έφθασε η ώρα να αναζητήσουμε κατάλυμα. Η λίστα με τα ξενοδοχεία από το ADAC, την παντοδύναμη γερμανική λέσχη των οδηγών, που καταρτίζεται και παραχωρείται δωρεάν, όπως άλλωστε και οι χάρτες με τους υπολογισμούς των αποστάσεων, δεν θα αποδειχτεί ιδιαίτερα χρήσιμη. Ωστόσο είναι καλός μπούσουλας για τα μοτέλ. Δυστυχώς η Ευρώπη υστερεί συγκριτικά με την Αμερική (και) σ’ αυτόν τον τομέα. Οι διανυκτερεύσεις on the road στη γηραιά ήπειρο δεν είναι τόσο απλή υπόθεση. Το μοτέλ στο Cambrai είναι άθλιο, αλλά τα υπόλοιπα τρία της περιοχής είναι κατειλημμένα. Κοστίζει βέβαια μόνο 30 € και διαθέτει εξαιρετικό - όπως θα αποδειχτεί - εστιατόριο. Για πρώτο πιάτο διαλέγω λαχανικά με φιλετάκια σαρδέλας (ο Loren παίρνει τερίν με συκωτάκια πουλιών), για δεύτερο, αμφότεροι, φιλέτο σολομού στη σχάρα και για τρίτο εγώ τυριά της περιοχής και ο Loren γλυκά. Το φαγητό θα συνοδευτεί από πολύ καλό κρασί Muskadet 1999 και θα παραμείνει από τις πλέον αξιομνημόνευτες γαστρονομικές στιγμές του ταξιδιού.
Πέμπτη 05.09.2002
Ύστερα από ένα καλό πρωινό και μια μικρή συνομιλία με το ηλικιωμένο ζεύγος των μηχανόβιων Άγγλων που παιδευόταν να κλείσει την πόρτα του δωματίου του, ξεκινάμε από το Cambrai με ομίχλη. Φτάνουμε στο Arras, πρωτεύουσα της επαρχίας Artois κατά τον μεσαίωνα και εύπορη λόγω της υφαντουργίας. Σήμερα η ανάμνηση από την εποχή της φλαμανδικής ακμής διατηρείται στις δύο όμορφες, γεμάτες ζαρντινιέρες πλατείες (Grand Place και Petite Place) και στο δημαρχείο με έναν πύργο ύψους 75 μέτρων. Μπορεί ο καθεδρικός ναός της Amiens, χτισμένος εξολοκλήρου τον 13ο αι., να είναι ο μεγαλύτερος της Γαλλίας, αλλά στη Rouen βρίσκεται ο περισσότερο απεικονισμένος, αφού ο Claude Monet (1840 – 1926) ζωγράφισε τη δυτική πρόσοψή του πάνω από είκοσι φορές! Η ιδιαίτερα εντυπωσιακή αρχιτεκτονική του αποτελεί μείγμα δύο ρυθμών: εγγλέζικου γοτθικού και νορμανδικού (δύο αιώνες πριν την κατασκευή του υπήρχε στο ίδιο σημείο μία νορμανδική εκκλησία). Ο χαμηλότερος από τους δύο πύργους (77 μ.) αποκαλείται «Πύργος του Βουτύρου», επειδή χτίστηκε τον 15ο αι. με χρήματα που απάλλασσαν τους χορηγούς τους από τη νηστεία! Ο περίπατος στην παλιά πόλη τελειώνει με την υπερσύγχρονη εκκλησία – έκτρωμα (1979) που είναι αφιερωμένη στην Ζαν ντ’ Αρκ (Ιωάννα της Λορένης) στον τόπο που κάηκε στην πυρά το 1431, και που η κατασκευή της με μπετόν, γυαλί και ατσάλι, θυμίζει πλοίο. Το εσωτερικό της είναι λιτό και προδιαθέτει για αυτοσυγκέντρωση. Σε ένα από τα υπαίθρια καφέ απολαμβάνουμε τον απογευματινό καπουτσίνο χαζεύοντας τα πλήθη των Γιαπωνέζων να συρρέουν με φωτογραφικές μηχανές, βιντεοκάμερες και ακουστικά για να παρακολουθούν τους ξεναγούς, που δεν χρειάζεται πλέον να ξελαρυγγιάζονται. Κατευθυνόμαστε δυτικά, προς την ακτή της Νορμανδίας, διασχίζοντας την εντυπωσιακή γέφυρα των 2 χιλιομέτρων του Pont de Normandie, που οι ντόπιοι χαϊδευτικά αποκαλούν «άρπα». Ολοκληρώθηκε το 1995 και διαθέτει ιδιαίτερα απότομες ανηφόρες και κατηφόρες, ενώ από μακριά φαίνεται σαν να κρέμεται από σχοινιά. Ύστερα από έναν προσωρινό αποπροσανατολισμό - που είναι και το γοητευτικό απρόοπτο ενός τέτοιου ταξιδιού, αφού ανακαλύπτεις μέρη που δεν θα έβλεπες διαφορετικά - φτάνουμε στην Honfleur, στο ολοκαίνουργιο, πεντακάθαρο μοτέλ Les Bleues, που έχει μια συμπαθέστατη ιδιοκτήτρια. Αρκετά κουρασμένοι βγαίνουμε για ξεμούδιασμα και φαγητό. Ο καιρός ψύχρανε αρκετά. Είμαστε άλλωστε σ’ εκείνο το τμήμα του Ατλαντικού που είναι γνωστό με το όνομα Κανάλι. Από την κοντινή Χάβρη τα πλοία σαλπάρουν για το Portsmouth, απέναντι, στην Αγγλία.
Παρασκευή 06.09.2002
Με προορισμό το «στολίδι της Νορμανδίας», την Deauville, σταματάμε αρχικά στη Villerville και την Trouville-sur-Mer. Από τη δεύτερη, το μόνο που χρειάζεται να κάνεις για να φτάσεις στην κομψή Deauville, είναι να διασχίζεις μια γέφυρα. Το κέντρο της είναι σημαιοστολισμένο με την αστερόεσσα λόγω του φεστιβάλ αμερικανικών ταινιών - ο Matt Damon είναι εκεί μεταξύ άλλων - και δεν ξέρω ποιος άμουσος είχε τη φαεινή ιδέα να γεμίσει την κωμόπολη με μεγάφωνα από όπου ξεχύνεται φτηνιάρικη muzak. Το πεζοδρόμια διατηρούνται πεντακάθαρα παρά τα πολυάριθμα κατοικίδια, αφού υπάρχουν ειδικοί πάσσαλοι με τοποθετημένες σακουλίτσες, έτσι ώστε ο ιδιοκτήτης του σκύλου να μαζεύει τα κόπρανα του τετράποδου φίλου του. Ο ιππόδρομος προετοιμάζεται για τη σεζόν που ξεκινάει τον Οκτώβριο. Οι επαύλεις στη Rue Victor Hugo και την παραλιακή λεωφόρο (ανάμεσά τους και της οικογένειας Citroën) υψώνονται αγέρωχες και εντυπωσιακές. Η Côte Fleurie, όπως είναι γνωστή η περιοχή, άνθισε ως θέρετρο ήδη από τον 19ο αι., όταν εκτός από τους μεγιστάνες της belle epoque προσέλκυσε και πολλούς καλλιτέχνες. Από την Αγγλία ήρθαν ο Turner, o Whistler, αργότερα οι Γάλλοι Daumier, Dufy... Συνθέτες όπως ο Jacques Offenbach, o Giacomo Rossini, o Franz Liszt αφουγκράστηκαν τα κύματά της. Ο συγγραφέας Guy de Maupassant γεννήθηκε στην κοντινή Dieppe. Το σπίτι του ζωγράφου Eugéne Boudin που θεωρείται δάσκαλος του Μονέ - μπροστά στην εκκλησία της Αγ. Αικατερίνης διατηρείται ακόμη το ίδιο τοπίο που ζωγράφισε με παστέλ χρώματα - στεγάζει το μουσείο του στην γραφική Honfleur που είναι και η γενέτειρα του συνθέτη Erik Satie. Το παλιό λιμάνι της (Vieux Bassin) περιστοιχίζεται από στενά αλλά συχνά εξαώροφα σπίτια και είναι η βάση αναρίθμητων κότερων. Η σπεσιαλιτέ της περιοχής είναι τα coquillages (μύδια), που φέτος είναι ιδιαίτερα... καχεκτικά.
Σάββατο 07.09.2002
Από την παραλιακή οδό κατευθυνόμαστε στο Bayeux - την πρώτη πόλη που απελευθερώθηκε μετά την απόβαση στη Νορμανδία, στην κοντινή ακτή - μέσω της Caen, τη μητρόπολη των περίφημων ποτών Cidre (μούστος από μήλα), Calvados (λικέρ που παράγεται ύστερα από αποθήκευση ενός χρόνου του προηγούμενου) και του τυριού Camembert. Από την κοιλάδα Calvados προέρχεται και η λέξη vaudeville, το ισοδύναμο του βρετανικού music hall. Τα «γαλλικά παράθυρα» των σπιτιών είναι πάντα στολισμένα με ζαρντινιέρες. Στο πολιτιστικό κέντρο του Bayeux φυλάσσεται ένα χαλί του 11ου αι. που είναι γνωστό ως «το μεγαλύτερο κόμικ του μεσαίωνα». Στα εβδομήντα μέτρα μήκους και πενήντα εκατοστά πλάτους του αφηγείται με 58 εικόνες την ιστορία της κατάκτησης της Αγγλίας από τον δούκα της Νορμανδίας Γουλιέλμο (1066), που πήρε το επίθετο «ο κατακτητής» - William The Conqueror. Τα χρώματα παραμένουν ανεξίτηλα. Νοτιότερα βρίσκεται η Coutance - η Cosedia της γαλατικής εποχής ή Constandia όπως ονομάστηκε από τους Ρωμαίους για χάρη του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου - με τον υπέροχο καθεδρικό της, δείγμα νορμανδικής – γοτθικής αρχιτεκτονικής, που εξελίχθηκε μεταξύ 11ου και 13ου αι. στην περιοχή από τον ρομανικό ρυθμό. Καθώς πλησιάζουμε στο Mont St-Michel, το δεύτερο μετά τον Πύργο του Άιφελ αξιοθέατο της Γαλλίας, είναι δύσκολο να βρεις δωμάτιο. Εξάλλου πέσαμε και πάνω στο Le Weekend! Τελικά βρίσκουμε ένα δίκλινο στο ξενοδοχείο Patton, στην Avranches, που μου φέρνει στον νου την ομώνυμη ταινία για την οποία ο George C. Scott πήρε το Όσκαρ, υποδυόμενος τον στρατηγό Πάττον. Οι μνήμες από την απόβαση στη Νορμανδία είναι διάχυτες σε ολόκληρη την επικράτεια, τόσο που νιώθουμε άσχημα να οδηγούμε αυτοκίνητο με βερολινέζικες πινακίδες. Μεταξύ μας τουλάχιστον, μιλάμε αγγλικά!
Κυριακή 08.09.2002
Έχει λιακάδα καθώς παρκάρουμε έξω από το Mont St-Michel. Είναι η γαλλική Μονεμβασιά, μέσα στο νερό (όταν έχει παλίρροια είναι νησί). Χτίστηκε ως μοναστήρι αφού, σύμφωνα με τον θρύλο, ο επίσκοπος της Avranches πήρε προσωπικά την εντολή από τον αρχάγγελο Μιχαήλ, το 708, στο όνειρό του. Δεν άργησε να γίνει τόπος προσκύνησης, ιδιαίτερα όταν κάποιοι έφεραν ένα κομμάτι από τον κόκκινο μανδύα του… αρχάγγελου! Το 966 έγινε μοναστήρι των Βενεδικτίνων και τον 13ο αι., μετά την κατάληψη της Νορμανδίας από τον Γάλλο βασιλιά Philipp August (Φίλιππο-Αύγουστο), ξεκίνησε η ανέγερση του τριώροφου «θαύματος». Η εκκλησία, σεμνή και ταπεινή ανέκαθεν, χώρισε τρία τμήματα για τις ισάριθμες κοινωνικές τάξεις της εποχής - κλήρος, ευγενείς, λαός... Από το 1874 διοικείται από την αρχαιολογική υπηρεσία και οι προσκυνητές έδωσαν τη θέση τους στους τουρίστες. Η Rennes είναι μια αδιάφορη πόλη που διασχίζεται γρήγορα. Είναι Κυριακή μεσημέρι, άλλωστε, και οι δρόμοι άδειοι. Δεν υπάρχει ούτε ένα καφέ ανοιχτό. Βρισκόμαστε για τα καλά στη Βρετάνη. Κάνουμε ένα μικρό διάλειμμα στη γραφική Vannes και συνεχίζουμε προς το πανέμορφο Auray που η γεωγραφική θέση του θυμίζει Γαλαξίδι. Ένας στενός κολπίσκος δημιουργείται στο παλιό τομέα της πόλης (St-Goustan), στην εκβολή του ποταμού Loch, από τη μια μεριά βρίσκονται τα σπίτια και απέναντι το δάσος που αντανακλά το πράσινο χρώμα του στο νερό. To τέλειο σκηνικό για να πιεις ένα Kir Breton. Η χερσόνησος Quiberon δεν απέχει παρά ελάχιστη ώρα. Στο Carnac είναι στημένα για αρκετά χιλιόμετρα πάνω από 4.000 μενίρ, προϊστορικοί οβελίσκοι για τους οποίους υπάρχουν πολλά σενάρια αλλά ελάχιστα δεδομένα για τον πραγματικό λόγο ύπαρξής τους.
Δευτέρα 09.09.2002
Η Nantes, που διασχίζουμε βιαστικά περνώντας μπροστά από το μοντέρνο στάδιο της πολύ καλής ποδοσφαιρικής ομάδας της, είναι η έκτη σε πληθυσμό πόλη της Γαλλίας. Η La Rochelle ιδρύθηκε από ψαράδες τον 10ο αι. και σύντομα το λιμάνι της έγινε σημαντικός εμπορικός κόμβος. Αργότερα αποτέλεσε προπύργιο του Καλβινισμού. Ο καρδινάλιος Ρισελιέ αντιμετώπισε το 1628 τη γενναιότητα των κατοίκων της, που ως σύμμαχοι της Αγγλίας προτίμησαν τον θάνατο παρά την υποδούλωση στους Γάλλους. Τον 18ο αι. πλούτισε από το δουλεμπόριο και τον καπνό. Στην είσοδο του παλιού λιμανιού δύο πύργοι (Tour St-Nicolas, Tour de la Chaine) από τον 15ο αι. προσφέρουν εξαιρετική θέα στην πόλη, που από πολλούς θεωρείται η ομορφότερη στον Ατλαντικό ωκεανό. Περνώντας από την Πύλη του Μεγάλου Ρολογιού θαρρείς πως βρίσκεσαι σε σκηνικό από κατάλευκα κτήρια. Νοτιότερα, το Rochefort μου φέρνει στον νου τις «Δεσποινίδες» του από την ομώνυμη ταινία του Jacques Demy, ο οποίος τίμησε δεόντως και το Χερβούργο με τις Ομπρέλες του. Και τα δύο με την Κατρίν Ντενέβ και τη - το δεύτερο ιδιαίτερα - σπουδαία μουσική του Michel Legrand. Από την εποχή των Ρωμαίων είναι γνωστή (ως Mediolanum Santonum) η Saintes στην οποία διασώζεται ένα αμφιθέατρο του 1ου αι. μ. Χ., με διάμετρο εκατό μέτρων! Βρέχει και ο ποταμός Charente είναι γοητευτικά γκρίζος. Επιχειρούμε να βρούμε δωμάτιο με θέα στο ξενοδοχείο Grill du Centre, μα δυστυχώς είναι όλα κατειλημμένα. Το ίδιο συμβαίνει και με τα υπόλοιπα ξενοδοχεία του κέντρου. Δεν απομένει παρά να κατευθυνθούμε δυτικά, προς το Cognac. Η ημίωρη διαδρομή είναι παραμυθένια. Το βουκολικό τοπίο είναι γεμάτο αμπέλια που χρυσίζουν καθώς σουρουπώνει. Ασφαλώς και μόνο τα μπράντι - ποτά που ήταν πολύ της μόδας τον 17ο αι. - που προέρχονται από την περιοχή δικαιούνται να έχουν την προσωνυμία «κονιάκ». Θα απολαύσω ένα Camus Napoleon - οι ποιοτικές κατηγορίες, ανάλογα με τα χρόνια παλαιότητας, χωρίζονται σε V.S. (3,5 χρόνια παλαιότητας), V.S.O.P. (4,5), Napoleon, Royal (6,5), X.O. κ.ο.κ. - αλλά θα κάνω τον χειρότερο ύπνο όλου του ταξιδιού καθώς στις τέσσερις το χάραμα τα φορτηγά των βιομηχανιών ακούγονται σαν να περνάνε κάτω από το κρεβάτι. Το αποστακτήριο Otard έχει τα κελάρια του στον πύργο Valois, από όπου προέρχονταν οι Γάλλοι βασιλείς μεταξύ 14ου και 16ου αι.
Τρίτη 10.09.2002
Το σημαντικότερο λιμάνι για το εμπόριο κρασιού βρίσκεται στην εκβολή του Garonne (Γαρούνα). Μεταξύ 1152 και 1453 το Bordeaux βρισκόταν υπό αγγλική κυριαρχία. Οι κατακτητές του έτρεφαν ιδιαίτερη αδυναμία σ’ αυτό το ποτό, και συνέχισαν να το εισάγουν σε μεγάλες ποσότητες ακόμη και μετά την ήττα και την αποχώρησή τους. Αυτή την εποχή, ολόκληρη η αριστερή όχθη του ανακατασκευάζεται. Οι κάτοικοι της πόλης ζούνε με το όραμα του σύγχρονου Μπορντό, διασκεδάζοντας έτσι την αγανάκτηση που προκύπτει από το κυκλοφοριακό χάος. Στο μεταξύ, ο επισκέπτης έχει την ευκαιρία να περιπλανηθεί στον κεντρικό πεζόδρομο Rue Sainte Catherine θαυμάζοντας μεταξύ άλλων το Grand Théâtre (1773 - 1780) στην Place de la Comédie, έργο του αρχιτέκτονα Victor Louis με τους δώδεκα κίονες της πρόσοψής του που απολήγουν σε κορινθιακού ρυθμού κιονόκρανα και που προέρχονται από ρωμαϊκό ναό ο οποίος προϋπήρχε στην περιοχή. Η εκπληκτικής συμμετρίας Place de la Bourse (1735) βασίστηκε σε σχέδια του Jacques Gabriel. Αξίζει τον κόπο να διασχίσει κανείς τα εργοτάξια για δει το εσωτερικό του καθεδρικού του Αγ. Ανδρέα που χτίστηκε μεταξύ 13ου και 15ου αιώνα. Στη βασιλική St-Michel, όπως και στον καθεδρικό, το κωδωνοστάσιο δεν είναι ενσωματωμένο με τον ναό, αλλά αποτελεί ξεχωριστό οικοδόμημα. Εδώ έχει ύψος 114 μέτρων και σήμερα περιστοιχίζεται από Άραβες ως επί το πλείστον που έχουν βγάλει την πραμάτεια τους σε μια αυτοσχέδια αγορά. Για αρκετά χιλιόμετρα η γύρω περιοχή εξακολουθεί να είναι το μεγαλύτερο αμπέλι της υφηλίου. Από το 1855 και τη Διεθνή Έκθεση του Παρισιού ο καθορισμός της ποιότητας είναι ιδιαίτερα αυστηρός. Οι κυριότερες ποικιλίες είναι οι Cebernet-Sauvignion, Cabernet-Franc και Merlot. Από την αριστερή όχθη του ποταμού Gironde προέρχονται τα πλέον ξακουστά Médoc και οι τέσσερις από τις πέντε «Premier Crus»: Lafite-Rothschild, Latour, Margaux και Mouton-Rothschild. Πολλά από τα κτήματα είναι ανοιχτά στο κοινό. Όταν, νοτιότερα, τα αμπέλια αραιώνουν, αρχίζει μια απέραντη τεχνητή δασική έκταση, που προς στιγμή σε κάνει να νομίζεις ότι βρίσκεσαι κάπου στη Σκανδιναβία. Οι αμμόλοφοι δίνουν τη θέση τους σε βράχια καθώς πλησιάζουμε τη βασκική ακτή.
Τετάρτη 11.09.2002
Συμπληρώνεται ένας χρόνος από την επίθεση στο World Trade Center. Οι φόβοι πως κάτι τρομερό θα συμβεί στη θλιβερή επέτειο, ευτυχώς δεν επιβεβαιώθηκαν. Στην τηλεόραση βλέπω πλημμύρες κοντά στη Nimes, αλλά βρισκόμαστε αρκετά χιλιόμετρα μακριά της. Ξυπνάμε στο Biarritz. Έχω αρχίσει να κουράζομαι από το επαναλαμβανόμενο γαλλικό petit déjeuner (πρωινό): μπαγκέτα, κρουασάν, μαρμελάδες και (καλός) καφές. Κάνουμε βόλτα στο αγαπημένο θέρετρο του Μπίσμαρκ, του τσάρου Νικολάου και του Ναπολέοντα Γ’ που παντρεύτηκε την Eugenia de Montijo για χάρη της οποίας χτίστηκε η βίλα που σήμερα στεγάζει το πολύ κομψό Hotel du Palais. Υπάρχει ένα τραγούδι με τίτλο το όνομά της (Eugenia de Montijo) που έχω από την Conchita Piquer. Σημειώνω να το ξανακούσω και να βάλω την Angeles, μια Ισπανίδα φίλη μου, να μου εξηγήσει τους στίχους. Η belle epoque, ωστόσο, έχει περάσει ανεπιστρεπτί και στην πόλη έχουν κτιστεί αρκετά τερατόμορφα ξενοδοχεία. Το ότι δεν χάλασε εξολοκλήρου το τοπίο, οφείλεται στην εκπληκτική φύση. Τα κύματα του Βισκαϊκού Κόλπου, όταν έρχονται άγρια, σκάνε επάνω στον βράχο με τον φάρο και το κιτς άγαλμα της Παναγίας. Η φαρδιά, αμμουδερή παραλία του εξακολουθεί μέχρι σήμερα να συναγωνίζεται την Κυανή Ακτή και την Ντοβίλ. Το κοντινό και πολύ ομορφότερο κατά τη γνώμη μου Bayonne, στις εκβολές του Adour και του Nive, είναι η πρωτεύουσα της Χώρας των Βάσκων, το γαλλικό τμήμα της οποίας είναι το ένα έβδομο του ισπανικού. Στο μουσείο του μπορεί κανείς να δει αντικείμενα της καθημερινής ζωής και να μάθει ήθη και έθιμα της περίεργης αυτής φυλής, όπως το παιχνίδι Πελότα. Σε ένα από τα υπαίθρια καφέ επιβάλλεται να πιεις ζεστή σοκολάτα, τη σπεσιαλιτέ της περιοχής μαζί με το ζαμπόν που συναγωνίζεται αυτό της Πάρμας. Οι επιγραφές είναι δίγλωσσες. Η βασκική (euskara), που παραμένει άγνωστης προέλευσης καθώς δεν συγγενεύει με καμιά από τις ινδοευρωπαϊκές γλώσσες, συνδυάζει συχνά τα σύμφωνα ΤΧ. Νοτιότερα, σε απόσταση αναπνοής από τα ισπανικά σύνορα, το St-Jean-de-Luz είναι εξαιρετικά τουριστικό, ενώ τόνοι και σαρδέλες εξακολουθούν να ξεφορτώνονται σε μεγάλες ποσότητες από τις βάρκες των ψαράδων. Εκείνο όμως για το οποίο έχει μείνει στην ιστορία, είναι ότι υπήρξε ο τόπος όπου ο Λουδοβίκος ΙΔ’ παντρεύτηκε την εκλεκτή της καρδιάς του Μαρία-Θηρεσία το 1660. Διατηρούνται ακόμη τόσο η εκκλησία του Αγ. Ιωάννη του Βαπτιστή, με όλη τη βασιλική μεγαλοπρέπεια του 17ου αι. αποτυπωμένη στο χρυσοποίκιλτο τέμπλο του, όσο και τα δύο ξεχωριστά αρχοντικά στα οποία διανυκτέρευσε το ζευγάρι πριν τον γάμο. Στη διπλανή Cibourne υπάρχει το σπίτι που γεννήθηκε ο συνθέτης Maurice Ravel. Για πρώτη φορά στα τόσα χρόνια που ταξιδεύω στην Ευρώπη έχω διασχίσει τόσα χιλιόμετρα δίχως να μου ζητηθεί το διαβατήριο ούτε μία φορά! Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τα περισσότερα από κάθε άλλη φορά μοτέλ που συναντήσαμε στον δρόμο, με κάνει να ξεστομίσω «Η αμερικανοποίηση της Ευρώπης». Το λέω στα γερμανικά, ο Loren καταλαβαίνει ποιους υπαινίσσομαι και ξεκαρδιζόμαστε. Δεν θα αργήσω, ωστόσο, να διαψευστώ. Στο ξενοδοχείο Europa του San Sebastian θέλουν διαβατήριο! Έχουμε κουραστεί αρκετά από το ταξίδι και η υπέροχη αυτή πόλη των 200.000 κατοίκων που ερωτεύομαι πάραυτα, είναι ό,τι πρέπει για λίγη χαλάρωση. Στη ρεσεψιόν μας πληροφορούν πόσο τυχεροί είμαστε αφού έβρεχε όλο το καλοκαίρι, μέχρι και δυο μέρες πριν φτάσουμε. Τώρα είναι αργά το απόγευμα αλλά η παραλία La Concha ακόμη γεμάτη από κόσμο που κάνει ηλιοθεραπεία. Κάνουμε έναν μεγάλο περίπατο και σταματάμε συμπτωματικά στο μπαρ Valles, στον κεντρικό πεζόδρομο. Δοκιμάζουμε τις υπέροχες λιχουδιές (tapas), και δεν χορταίνουμε να ανανεώνουμε τις παραγγελίες πίνοντας κόκκινο κρασί, υπό τους ήχους μιας μπάντας περιπλανώμενων μουσικών.
Πέμπτη 12.09.2002
Εδώ και αρκετά χρόνια, από την πρώτη στιγμή που το θαύμασα σε φωτογραφία, ήθελα να δω από κοντά το «Χτένι του Ανέμου» («El Peine del Viento»), το σύμπλεγμα των τριών ξεχωριστών σιδερένιων γλυπτών του Eduardo Chillida που είναι χωμένα στα βράχια. Τα βρίσκουμε στο τέλος της παραλίας. Από πάνω τους υψώνεται το βουνό Igeldo, όπου ο σπουδαίος Βάσκος καλλιτέχνης ζούσε μέχρι τον πρόσφατο θάνατό του. Η απόσταση μέχρι το Bilbao είναι γύρω στα εκατό χιλιόμετρα, αλλά χρειαζόμαστε πολύ περισσότερο χρόνο από ό,τι υπολογίζαμε, μιας και αποφασίσαμε να μην πάρουμε την εθνική οδό, αλλά να περιπλανηθούμε ανάμεσα στις κωμοπόλεις και τα χωριά. Στην επιστροφή θα διαπιστώσουμε πως δεν άξιζε τον κόπο, αφού το τοπίο από την εθνική οδό είναι πολύ όμορφο και καταπράσινο. Το μόνο που θέλουμε να δούμε στο Μπιλμπάο - πολλοί ισχυρίζονται πως είναι και το μόνο αξιοθέατο της πόλης - είναι το μουσείο Guggenheim, έργο του γνωστού αρχιτέκτονα Frank O. Gehry. Σε μια έκταση που δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί (φτιάχνεται το πάρκινγκ στον περίβολο) ορθώνεται το τόσο χαρακτηριστικό κτήριο από τιτάνιο, που από μακριά μοιάζει σαν γιγαντιαίο γλυπτό λουλούδι. Μέσα στα πέντε χρόνια της λειτουργίας του, το μουσείο προσέλκυσε αρκετά εκατομμύρια επισκέπτες και έκανε πολλούς να σκεφτούν ακόμη πιο σοβαρά τη δυνατότητα του κέρδους μέσω του πολιτισμού, αφού δεν είναι μόνο τα ξενοδοχεία, τα εστιατόρια και οι ταξιτζήδες που επωφελούνται από αυτή την υπόθεση. Τα τελευταία χρόνια, πολλές αεροπορικές εταιρίες πρόσθεσαν δρομολόγια σ’ αυτή την ξεχασμένη γωνιά της Ισπανίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι αρχικά τα συνδικάτα, οι Βάσκοι καλλιτέχνες και αργότερα κι ο λαός είχαν εναντιωθεί στην ιδέα. Σήμερα είναι όλοι περήφανοι. Η πρώτη εντύπωση από το αχανές μουσείο είναι ότι λείπουν τα εκθέματα. Η μόνιμη έκθεση στο ισόγειο φιλοξενεί τα λιγοστά έργα των Κουνέλη, Beuys, Serra, Morris, Merz, Holzer... Στον δεύτερο όροφο ετοιμάζεται η αίθουσα που θα στεγάσει τα έργα του Rubens, ενώ στις εναλλασσόμενες εκθέσεις του τρίτου παρουσιάζονται αυτή την εποχή φωτογραφίες του σκηνοθέτη Wim Wenders από Ισραήλ, Ιαπωνία, Αυστραλία και ΗΠΑ. Πίσω στο San Sebastian (Donostia όπως είναι η ονομασία του στη γλώσσα των Βάσκων και το ομώνυμο κιν/φικό φεστιβάλ που ξεκινάει την ερχόμενη βδομάδα) θα φάμε και πάλι richos και tapas. Ένα πολύ ηλικιωμένο ζευγάρι θα καθίσει δίπλα μας και η γυναίκα θα μας πει την ιστορία της ζωής της σε πολύ καλά αγγλικά. Είναι κοσμογυρισμένοι και μας συγχαίρουν για την εκλογή μας να φάμε εκεί. «Είναι το καλύτερο της πόλης! Ακόμη και οι Μαδριλένοι το ζηλεύουν...» Μια βόλτα στη δροσερή νύχτα είναι ο καλύτερος τρόπος να χωνέψεις.
Παρασκευή 13.09.2002
Αφήνουμε πίσω μας το ηλιόλουστο - όχι για πολύ όμως, απ’ ό,τι ισχυρίζονται οι μετεωρολόγοι - San Sebastian και παίρνουμε τον δρόμο της επιστροφής. Δεν αργούμε να βγούμε από την Ισπανία και κατευθυνόμαστε προς την Toulouse, που θα διασχίσουμε ανεπιτυχώς, δίχως δηλαδή να καταφέρουμε να βρούμε μέρος για στάθμευση. Η αλήθεια είναι ότι θέλουμε να κάνουμε όσο το δυνατόν περισσότερα χιλιόμετρα σήμερα που έχουμε καλό αυτοκινητόδρομο έτσι ώστε αύριο, που θα έχουμε μπροστά μας βουνά και επαρχιακούς δρόμους που δεν ξέρουμε, να είμαστε πιο χαλαροί. Περνάμε από το Albi, τη γενέτειρα του Τουλούζ Λωτρέκ, και διανυκτερεύουμε στο κρύο Rodez, όπου τρώω ένα εξίσου κρύο πιάτο με κρεατικά της περιοχής σε ένα εστιατόριο με θέα τον φωτισμένο καθεδρικό. Ο Loren προτιμά τα ζυμαρικά.
Σάββατο 14.09.2002
Η μέρα είναι ηλιόλουστη, ό,τι πρέπει για να διασχίσουμε τα βουνά. Θα κάνουμε μια μικρή στάση στο Le Puy (= Η Κορυφή), στην κεντρική πλατεία του οποίου γιορτάζεται ένα φεστιβάλ και πολλοί κάτοικοι είναι ντυμένοι με μεσαιωνικά κοστούμια. Τρώμε τάρτες πίνοντας εσπρέσο και συνεχίζουμε. Στόχος μας είναι η Vienne. Η πάλαι ποτέ ρωμαϊκή πόλη απλώνεται στην αριστερή όχθη του Ροδανού (Rhône). Από την εποχή του αυτοκράτορα Αύγουστου χρονολογείται ο ναός του Αυγούστου και της Λιβίας, που κατά τον μεσαίωνα λειτούργησε ως εκκλησία. Ανάμεσα στα ρωμαϊκά μνημεία συγκαταλέγεται κι ένα θέατρο που εξακολουθεί να χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα. Ο καιρός συνεχίζει να είναι με το μέρος μας. Κάνουμε βόλτες στην πόλη, που παραδόξως δεν έχει ζωή κατά μήκος του ποταμού. Ολόκληρη η περιοχή είναι ξακουστή για τις γαστρονομικές απολαύσεις της. Αρκεί βέβαια να προνοήσεις να κλείσεις τραπέζι από νωρίς. Ο κόσμος εδώ τρώει! Και τρώει πολύ καλά! Στο εστιατόριο που πηγαίνουμε, ο σερβιτόρος μας φέρνει το μενού κι εμείς αρχίζουμε το δύσκολο έργο της επιλογής. Σε λίγο έρχεται να μας πληροφορήσει ότι δεν υπάρχουν πλέον «grenouille». Δεν στενοχωριέμαι επειδή δεν ξέρω τι είναι και επειδή έχουμε διαλέξει ήδη κάτι άλλο. Ταυτόχρονα διαπιστώνω πως έχω ξεχάσει στο ξενοδοχείο και το μικρό λεξικό που κουβαλάω πάντα μαζί μου. Σε λίγο βλέπω να φέρνει μια πιατέλα grenouille, προφανώς τα τελευταία, στο διπλανό τραπέζι. Μοιάζουν με chicken wings, που δεν με ξετρελαίνουν ούτως ή άλλως, αλλά η σάλτσα με τον βασιλικό μου φαίνεται περίεργη. «Άλλα ήθη, άλλα έθιμα σκέφτομαι», αλλά δεν το ξεχνάω. Πίσω στο δωμάτιο θα ανατρέξω στο λεξικό και θα μάθω τη σημασία που σίγουρα δεν θα ξεχάσω ποτέ. Είναι βατραχοπόδαρα! Από το παράθυρο του ξενοδοχείου de la Poste (από την αλυσίδα Citôtel, που συνήθως διαθέτει παλιά κτήρια εκσυγχρονισμένα) έχουμε θέα στο κέντρο της πόλης.
Κυριακή 15.09.2002
Η τρίτη (κατ’ άλλους δεύτερη) σε πληθυσμό πόλη της Γαλλίας, Lyon, απέχει μόλις είκοσι χιλιόμετρα. Γνωστή και ως «πρωτεύουσα της καλοζωίας» χάρη στον περίφημο αρχιμάγειρα Paul Bocuse, υπεύθυνο για τον όρο «Nouvelle Cuisine», αλλά και τα πάμπολλα εξαιρετικά εστιατόρια με αστεράκια στον οδηγό Michelin. Ευτυχώς που είναι Κυριακή και δεν έχουμε το χάος της καθημερινής κυκλοφορίας, για την οποία η πόλη είναι επίσης περιβόητη. Καταφέρνουμε με σχετική άνεση να διασχίσουμε το Presqu’Ile, το τμήμα που βρίσκεται ανάμεσα στους δύο ποταμούς Rhône και Saône, και να σκαρφαλώσουμε στη Fourviére, τον λόφο ύψους 300 μ., όπου κατά τη ρωμαϊκή εποχή δέσποζαν τα ανάκτορα των αυτοκρατόρων. Από τον 19ο αι. κυριαρχεί η απροσδιορίστου τεχνοτροπίας και μάλλον κακόγουστη Notre-Dame-de-Fourviére. Στους πρόποδες του λόφου διατηρείται η παλιά πόλη, που θεωρείται το πλέον ομοιογενές αναγεννησιακό οικοδομικό τετράγωνο σε ολόκληρη τη χώρα. Στο κέντρο του κυριαρχεί ο καθεδρικός St-Jean. Στη δυτική όχθη του Saône πολλοί καλλιτέχνες εκθέτουν τα έργα τους, όπως συμβαίνει τα κυριακάτικα πρωινά σε πολλές πόλεις του κόσμου. Αφήνουμε πίσω μας τα σμήνη να βολτάρουν και κατευθυνόμαστε ανατολικά. Ένα από τα όνειρά μου εδώ και μερικά χρόνια ήταν να δω τη Γενεύη. Η πόλη βρίσκεται στα σύνορα Γαλλίας – Ελβετίας και καταλαβαίνεις θαυμάσια ότι τα διασχίζεις, αφού το πρώτο πράγμα που κάνεις είναι να πληρώσεις 30 (τριάντα) € για τη χρήση των αυτοκινητόδρομων! Δεν μπορώ να πω ότι η πόλη με συνεπαίρνει αμέσως. Η ομώνυμη λίμνη είναι γεμάτη ιστιοφόρα, το νερό της σκούρο μπλε, σαν θαλασσινό. Ολόκληρη η νότια πλευρά της ανήκει στη Γαλλία. Εκεί βρίσκονται και οι πηγές του Evian. Εμείς παίρνουμε τη βόρεια πλευρά που έχει τον καλύτερο δρόμο (τι, τζάμπα πληρώσαμε τα 30 ευρώ;) και αφού διασχίζουμε τη Λωζάνη που επιφανειακά μου φαίνεται πιο όμορφη, φτάνουμε στο Montreux και το Vevey. Το πρώτο μού είναι γνωστό από την εποχή του «Smoke On The Water» των Deep Purple, στο οποίο περιγράφουν το περιστατικό της πυρκαγιάς. Το δεύτερο το έμαθα από τη ζωντανή ηχογράφηση των ανεκδιήγητων Tin Machine του David Bowie, που διατηρεί μια έπαυλη εκεί κοντά για την οποία σε μια συνέντευξή του είχε πει πως κάθε μέρα το γύρω τοπίο μοιάζει με φωτογραφία από σελίδα ημερολογίου. Έτσι είναι! Τα σπίτια είναι χτισμένα πάνω στην πλαγιά του λόφου, το φως του ήλιου αντανακλά πάνω τους και στους πρόποδες απλώνεται η λίμνη. Με όλες αυτές τις στάσεις έχει περάσει η ώρα αρκετά και θέλουμε να κοιμηθούμε στη Besançon. Ύστερα από δύο σχεδόν βδομάδες στη Γαλλία έχω εξοικειωθεί με τη γλώσσα. Είμαι σε θέση να κλείνω δωμάτια από το τηλέφωνο και, ακόμη πιο σημαντικό, να καταλαβαίνω τις οδηγίες που μου δίνουν για το πώς θα τα βρω! Οφείλω να ομολογήσω ότι μπορεί οι Γάλλοι να έχουν άθλιο σύστημα εκπαίδευσης αναφορικά με τις ξένες γλώσσες, αλλά δεν είναι καθόλου σνομπ όταν προσπαθείς να μιλήσεις τη δική τους. Παρά το γεγονός ότι τα γαλλικά μου είναι ελάχιστα, δείχνουν να με καταλαβαίνουν και συνεννοούνται μαζί μου υπομονετικά! Μένουμε στη γραφική παλιά πόλη που περιβάλλεται από τον ποταμό Doubs (Ντου). Στο νούμερο 140 της κεντρικής οδού Grand Rue υπάρχει το σπίτι που γεννήθηκε ο Βίκτωρ Ουγκώ και πολλά ακόμη διατηρημένα κτήρια από τον 16ο μέχρι τον 18ο αιώνα. Κοντά στην περιοχή γεννήθηκε και ο ζωγράφος Γκυστάβ Κουρμπέ. Έχει νυχτώσει όταν είμαστε πλέον στο δωμάτιο και είναι δύσκολο να βρούμε κάτι για φαγητό. Πολλά εστιατόρια έχουν ρεπό και τα λιγοστά ανοιχτά είναι γεμάτα.
Δευτέρα 16.09.2002
Αποφασίζουμε να περάσουμε μια ήσυχη μέρα κάνοντας μια μικρή εκδρομή μέχρι την Arbois, που φημίζεται για τα αμπέλια που την περιβάλλουν και για το σπίτι όπου ο γεννημένος στην κοντινή Dole, Louis Pasteur, πέρασε την παιδική του ηλικία και έκανε τα πρώτα του πειράματα. Πολλά καταστήματα είναι κλειστά. Από τα ονόματα στις ταμπέλες καταλαβαίνω ότι η οικογένεια Tissot πρέπει να είναι ιδιαίτερα εύπορη αφού βλέπω τέσσερα διαφορετικά μαγαζιά μ’ αυτό το όνομα. Ειδικεύονται σε - τι άλλο – κρασιά! Πίσω στη Μπεσανσόν, ανεβαίνουμε στο φρούριο με τον ζωολογικό κήπο και απολαμβάνουμε τη θέα. Για τελευταίο δείπνο στη Γαλλία διαλέγουμε το παραδοσιακό (από το 1886) εστιατόριο La Polonais.
Τρίτη 17.09.2002
Αφού έχουμε διανύσει κοντά 5.000 χιλιόμετρα μέσα από πέντε χώρες, και έχουμε συμπληρώσει τον κύκλο της Γαλλίας πίνοντας όσο περισσότερο νερό Μπαντουά γινόταν, επιστρέφουμε στη Γερμανία.




2002/2006